
Μετά από πέντε ώρες άκαρπων διαπραγματεύσεων στη Μόσχα, οι ΗΠΑ και η Ρωσία δεν κατέγραψαν καμία πρόοδο προς τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, την ώρα που ο Βλαντίμιρ Πούτιν εμφανίζεται αδιάλλακτος, απειλεί την Ευρώπη και στηρίζει τη διαπραγματευτική του γραμμή στη στρατιωτική πίεση και σε μια οικονομία που, παρά τις κυρώσεις και τα ρήγματα, εξακολουθεί να αντέχει.
Σύμφωνα με Ρώσο διαπραγματευτή, ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ήταν επικριτικός απέναντι στις προτάσεις. Πριν από τις συνομιλίες, ο Ρώσος ηγέτης είχε δηλώσει μάλιστα ότι είναι διατεθειμένος να πολεμήσει τους Ευρωπαίους συμμάχους της Ουκρανίας, οι οποίοι τη στηρίζουν οικονομικά και στρατιωτικά.
«Δεν σχεδιάζουμε να πολεμήσουμε την Ευρώπη, αλλά εάν η Ευρώπη ξεκινήσει ξαφνικά πόλεμο μαζί μας, είμαστε έτοιμοι», είπε ο Πούτιν.
Τι, λοιπόν, θα μπορούσε να αναγκάσει τη Ρωσία να τερματίσει τη σύγκρουση; Ελλείψει πίεσης, όπως η επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων, όλα εξαρτώνται από την οικονομία και το πεδίο της μάχης, λένε αναλυτές. Και παρότι η Ρωσία αντιμετωπίζει προκλήσεις, καμία από τις δύο καταστάσεις δεν είναι τόσο κρίσιμη ώστε να προσφέρει στις Ηνωμένες Πολιτείες ουσιαστική διαπραγματευτική ισχύ στις συνομιλίες στην τρίτη προσπάθεια του προέδρου Τραμπ να μεσολαβήσει για ειρήνη.
Μια οικονομία που αντέχει και ένας πόλεμος φθοράς που συνεχίζεται
«Υπάρχουν σημεία όπου ο Πούτιν πιθανότατα αισθάνεται πίεση, αλλά κανένα από αυτά δεν έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε να θεωρεί πως πρέπει να λάβει μια απόφαση ή ότι έχει εξαντλήσει τις επιλογές του», δήλωσε η Φιόνα Χιλ, ανώτερη συνεργάτις στο Brookings Institution στην Ουάσινγκτον, η οποία χειρίστηκε τις ρωσικές και ευρωπαϊκές υποθέσεις στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας κατά την πρώτη κυβέρνηση Τραμπ.
Πριν από τις συνομιλίες, ο Πούτιν είχε τονίσει ότι η Ρωσία διαθέτει την οικονομία και τις ένοπλες δυνάμεις που χρειάζεται για να συνεχίσει τον πόλεμο. Την Τετάρτη, ο Γιούρι Ουσακόφ, ο σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής που συμμετείχε στη συνάντηση, ενίσχυσε αυτό το αφήγημα περί στρατιωτικής ισχύος, λέγοντας ότι οι πρόσφατες επιτυχίες στο πεδίο «έχουν επηρεάσει θετικά» την πορεία των συζητήσεων. Οι Ρώσοι στρατιώτες, μέσω των στρατιωτικών τους επιτευγμάτων, διευκολύνουν την επίτευξη μιας ειρηνικής λύσης, υποστήριξε.
Οι ρωσικές ελίτ επαναλαμβάνουν συχνά τέτοιους ισχυρισμούς.
Ο Φιοντόρ Λουκιανόφ, ένας από τους σημαντικότερους αναλυτές της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, έγραψε άρθρο γνώμης στην κρατική εφημερίδα Rossiyskaya Gazeta μετά τη δημοσιοποίηση της τελευταίας αμερικανικής ειρηνευτικής πρότασης. Η στρατιωτική ισχύς, ανέφερε, ήταν το βασικό μέσο επίτευξης των στόχων της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένου του «ανοίγματος νέων εθνικών οικονομικών ευκαιριών».
Τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, που χρηματοδοτούν τον πόλεμο, έχουν μειωθεί, ενώ οι νέες αμερικανικές κυρώσεις κατά της Rosneft, της κρατικής εταιρείας, και της Lukoil, του δεύτερου μεγαλύτερου παραγωγού ενέργειας της χώρας, επιβλήθηκαν τον Οκτώβριο. Τον ίδιο μήνα, η κυβέρνηση εισέπραξε σχεδόν 10 δισ. δολάρια σε φόρους από τις εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, ποσό μειωμένο κατά 27% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι. Στις αιτίες περιλαμβάνονται οι κυρώσεις, οι χαμηλότερες τιμές αργού και η ενίσχυση του ρουβλίου.
Ωστόσο, η Ρωσία συνεχίζει να αποκομίζει τεράστια ποσά από τον ενεργειακό τομέα της, παρά τις δυτικές προσπάθειες να περιορίσουν τον «σκιώδη στόλο» των δεξαμενόπλοιων που μεταφέρουν τις εξαγωγές της.
Η πτώση των εσόδων από το πετρέλαιο «πιθανότατα θα αποτελέσει έναν μόνιμο πονοκέφαλο που θα διαβρώνει τη ρωσική πολεμική προσπάθεια», δήλωσε ο Κλίφορντ Κάπτσαν, πρόεδρος της Eurasia Group, μιας εταιρείας ανάλυσης πολιτικού κινδύνου με έδρα τη Νέα Υόρκη.
Ωστόσο, ο κ. Κάπτσαν σημείωσε ότι για να μειωθούν δραστικά τα έσοδα της Ρωσίας θα απαιτούνταν πολύ ισχυρότερες κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένου του, μάλλον, απίθανου σεναρίου να μπλοκαριστούν οι πωλήσεις προς την Κίνα, τον μεγαλύτερο ενεργειακό πελάτη της Ρωσίας ή το ενδεχόμενο η Ουκρανία να προκαλέσει σημαντικές ζημιές στις εξαγωγές.
Μια τραπεζική κρίση θα μπορούσε επίσης να ασκήσει πίεση στον Πούτιν, αλλά μέχρι στιγμής η ικανή ομάδα οικονομολόγων του έχει καταφέρει να μετριάσει τις επιπτώσεις του πολέμου.
Οι τεράστιες κρατικές δαπάνες για την παραγωγή οπλισμού στα πρώτα χρόνια του πολέμου εκτόξευσαν τον πληθωρισμό. Για να τον περιορίσει, η Κεντρική Τράπεζα επέβαλε υψηλά επιτόκια.
Το βασικό επιτόκιο έχει μειωθεί στο 16,5%, αν και ορισμένες από τις σημαντικότερες ρωσικές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να αποπληρώσουν δάνεια. Οι Ρωσικοί Σιδηρόδρομοι, το κρατικό μονοπώλιο, αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα, με χρέη άνω των 50 δισ. δολαρίων, καθώς οι μεταφορές φορτίων έχουν καταρρεύσει.
Οι καταναλωτές επίσης δοκιμάζονται από τα υψηλά επιτόκια, ένας λόγος για τον οποίο οι πωλήσεις ακριβών αγαθών, όπως τα αυτοκίνητα, καταρρέουν. Η AvtoVAZ, η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ρωσίας, που παράγει τα οχήματα Lada, ανακοίνωσε ότι θα στραφεί σε τετραήμερη εργασία και θα μειώσει την παραγωγή κατά 40%.
Η κρατική τηλεόραση επιτρέπει τη δημοσίευση ορισμένων παραπόνων για αυτά τα ζητήματα.
Ο Αντρέι Μπεζρούκοφ, καθηγητής στο Κρατικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων της Μόσχας, δήλωσε σε μια δημοφιλή ρωσική εκπομπή την Κυριακή ότι «δυστυχώς, τη χώρα και την οικονομία τη διοικούν λογιστές» και ότι δεν διαθέτουν μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο.
Ωστόσο, είναι απίθανο οι Ρώσοι να κατέβουν στους δρόμους για οικονομικούς λόγους, σημείωσε ο Κονσταντίν Σόνιν, Ρώσος οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο.
Στο μέτωπο του πολέμου, η Ρωσία συνεχίζει να κερδίζει έδαφος, ιδιαίτερα στη νοτιοανατολική περιφέρεια του Ντονέτσκ. Τη Δευτέρα, η Ρωσία υποστήριξε ότι κατέλαβε τη στρατηγικής σημασίας πόλη Ποκρόβσκ, έναν ισχυρισμό, που αμφισβήτησαν τόσο η Ουκρανία όσο και Ρώσοι στρατιωτικοί μπλόγκερ.
Τα κέρδη επιτυγχάνονται με τεράστιο ανθρώπινο κόστος, αλλά αυτό δεν φαίνεται να επηρεάζει τους ρωσικούς υπολογισμούς στις ειρηνευτικές συνομιλίες. Ο Πούτιν έχει επενδύσει την πολιτική του κληρονομιά στο αποτέλεσμα του πολέμου.
Οι υψηλές αποζημιώσεις των στρατιωτών επιτρέπουν την αντικατάσταση των σχεδόν 30.000 απωλειών τον μήνα, λένε αναλυτές. Στην πρώτη γραμμή, μονάδες του ρωσικού στρατού έχουν υπονομεύσει το ουκρανικό πλεονέκτημα στα drone, στέλνοντας μικρές ομάδες για να εντοπίζουν και να εξουδετερώνουν τους χειριστές τους. Ωστόσο, δεν διαθέτουν τη συγκέντρωση στρατευμάτων και αρμάτων που απαιτείται για την κατάληψη σημαντικών εδαφών.
Παρά ταύτα, φαινομενικά ικανοποιημένος με έναν παρατεταμένο πόλεμο φθοράς, ο Πούτιν επαναλαμβάνει ότι η Ρωσία κερδίζει.
«Ο ρυθμός της επίθεσης είναι ο ίδιος εδώ και έναν χρόνο και θα συνεχιστεί έτσι», δήλωσε ο Ντμίτρι Κούζνετς, στρατιωτικός αναλυτής του ανεξάρτητου ρωσικού μέσου Meduza.
Πηγή: skai.gr













