Η περασμένη Πέμπτη ήταν η ημέρα που η κυβέρνηση Μερτς συμπλήρωσε 100 μέρες ζωής. Όταν ο Χριστιανοδημοκράτης πολιτικός λάμβανε τελικά την έγκριση της Βουλής, μετά από εκείνη την επεισοδιακή διαδικασία στις αρχές Μαΐου δε μπορούσε να φανταστεί ότι αυτή η επέτειος θα χρωματιζόταν από μια παραδοξότητα. Τις τελευταίες ημέρες ο Μερτς είδε παραδοσιακούς του πολιτικούς αντιπάλους να τον επαινούν και κομματικούς του φίλους να τον επικρίνουν ή και να τον αμφισβητούν.
Αφορμή ήταν η απόφασή του να σταματήσει τις παραδόσεις προς το Ισραήλ συγκεκριμένων όπλων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην Γάζα. Η απόφαση αυτή ξένισε αυτούς που θεωρούν ότι η στήριξη προς το Ισραήλ θα πρέπει να ισχύει χωρίς την παραμικρή εξαίρεση. Αντιθέτως υπάρχουν και εκείνοι που συμφώνησαν ότι αυτή η επιταγή παύει να έχει ισχύ, εκεί που αρχίζει να συγκρούεται με θεμελιώδεις «γερμανικές αρχές».
Είχαμε λοιπόν το παράδοξο το πιο συντηρητικό δίκτυο ntv να τιτλοφορεί την περασμένη Τρίτη σχόλιο του με τη φράση «Ενισχύεται η εντύπωση ότι ο Μερτς δεν μπορεί», την ώρα που η αριστερή taz του Βερολίνου απαντούσε λέγοντας ότι οι κατηγορίες εναντίον του είναι παντελώς αστήρικτες και ζητούσε από τους Χριστιανοδημοκράτες να κοιτάξουν κατάματα την πραγματικότητα στη Γάζα. Προσέθετε άλλωστε ότι η κίνηση του καγκελάριου είχε περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα, αφού έτσι κι αλλιώς ήδη η προηγούμενη κυβέρνηση είχε περιορίσει σημαντικά τις παραδόσεις όπλων προς το Ισραήλ.
Το βάρος μιας απόφασης
Όλα αυτά δεν αναιρούν τη βαρύτητα της απόφασης του καγκελάριου, έστω και αν αυτή στην βρίσκεται σε αρμονία με την άποψη της κοινής γνώμης. Δεν είναι όμως τυχαίο ότι το δημοσιογραφικό διαδίκτυο γέμισε από αναλύσεις, που έθεταν το ερώτημα αν αναιρείται ή έστω αναθεωρείται η «κρατική επιταγή» που θέλει τη Γερμανία εγγυήτρια της ασφάλειας του Ισραήλ.
Αυτό που επισημαίνουν ωστόσο πολλοί είναι ότι η αλλαγή αυτή της στάσης του Βερολίνου προς το Τελ Αβίβ δεν προέκυψε μέσα από μια διαδικασία διαλόγου και ζυμώσεων ούτε μέσα στη Βουλή, ούτε καν μέσα στην ίδια του την παράταξη. Αυτός είναι και ο λόγος που περισσότερες γκρίνιες έστω και υπογείως εκφράζονται από την πλευρά των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας.
Κάποιος έγραψε αυτές τις ημέρες ότι λίγο πριν τελειώσει η «περίοδος προσαρμογής» της νέας κυβέρνησης ο Μερτς αποφάσισε να… γίνει επιτέλους καγκελάριος. Έλαβε όμως μια «μοναχική απόφαση», η οποία τείνει να μεταμορφωθεί σε σήμα κατατεθέν του τρόπου διακυβέρνησης που δείχνει να προτιμά. Η διευκρίνιση ότι η δεδομένη γερμανική αλληλεγγύη προς το Ισραήλ δε μπορεί να σημαίνει συμφωνία και πολύ περισσότερο υποστήριξη όλων των ενεργειών του, όσο σωστή και αν είναι στον πυρήνα της δε μπορεί να αποτελεί προσωπική επιλογή ενός πολιτικού, για ένα τόσο θεμελιώδες για την ταυτότητα μιας χώρας ζήτημα.
Λάτρης του ρίσκου;
Η ως τώρα θητεία του καγκελάριου έχει χαρακτηριστεί από την τάση να «παίρνει πάνω του» σημαντικά ζητήματα, σχεδόν σε βαθμό ρίσκου. Η περίπτωση του Ισραήλ δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά σίγουρα το πιο βαρυσήμαντο. Οι συνέπειες αυτής της στροφής μπορεί να είναι όμως τέτοιες που να επεκτείνονται πολύ μακρύτερα από τη θητεία μιας κυβέρνησης. Κι ο κίνδυνος αυτός ελλοχεύει και σε άλλα θέματα, όπου ο συγκεντρωτισμός κερδίζει το πάνω χέρι απέναντι στη διαβούλευση πριν τη λήψη αποφάσεων.
Πηγή: Deutsche Welle