
Σημαντική αύξηση στη συχνότητα και τη σοβαρότητα περιστατικών καύσωνα παγκοσμίως, κατά την περίοδο 2000-2023, καταγράφει νέα επιστημονική μελέτη του ETH Zurich, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature. Η εκτεταμένη ανάλυση συνδέει άμεσα την ανθρώπινη δραστηριότητα και τις εκπομπές ρύπων από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ορυκτών καυσίμων και τσιμέντου με την επιδείνωση ακραίων θερμικών επεισοδίων που σημειώθηκαν σε διάφορα σημεία του πλανήτη.
Η ερευνητική ομάδα χαρτογράφησε 213 σημαντικά επεισόδια καύσωνα σε όλες τις ηπείρους, επισημαίνοντας ωστόσο ότι «η Αφρική και η Νότια Αμερική παραμένουν υποεκπροσωπημένες λόγω ελλιπών δεδομένων». Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, η κλιματική αλλαγή φάνηκε να αυξάνει καθοριστικά την πιθανότητα εμφάνισης και την ένταση αυτών των φαινομένων.
Εκπομπές εταιρειών και συμβολή στην παγκόσμια υπερθέρμανση
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι επιστήμονες ανέλυσαν τις επιπτώσεις των εκπομπών που προέρχονται αποκλειστικά από τους 180 μεγαλύτερους παραγωγούς ορυκτών καυσίμων και τσιμέντου. Σύμφωνα με τα πορίσματα, αυτή η ομάδα ευθύνεται για το 60% των συνολικών ανθρωπογενών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από το 1850 μέχρι σήμερα. Το υπόλοιπο ποσοστό αποδίδεται κυρίως σε δραστηριότητες αλλαγής χρήσεων γης.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, όπως σημειώνεται, οι εκπομπές των συγκεκριμένων εταιρειών συνέβαλαν καθοριστικά στην κλιματική κρίση, εντείνοντας τους καύσωνες: «Δεκατέσσερις από τις 180 εταιρείες έχουν ισοδύναμη επίδραση με τις υπόλοιπες 166 συνολικά». Ωστόσο τονίζεται ότι οι εκπομπές ακόμα και των μικρότερων παραγωγών είναι αρκετές για να επηρεάσουν τις ακραίες καιρικές συνθήκες.
Από τα ευρήματα της μελέτης
Τα στοιχεία δείχνουν πως η υπερθέρμανση του πλανήτη έχει οδηγήσει στην αύξηση της πιθανότητας εμφάνισης καυσώνων 20 φορές την περίοδο 2000-2009 σε σύγκριση με το διάστημα 1850-1900. Στη δεκαετία 2010-2019, η αύξηση αυτή εκτοξεύτηκε στις 200 φορές. Οι επιστήμονες υπογραμμίζουν πως είναι πλέον σαφές ότι η αντιμετώπιση των εκπομπών από μεγάλες βιομηχανίες και η υιοθέτηση φιλόδοξων πολιτικών βιωσιμότητας αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την ανάσχεση μελλοντικών ακραίων κλιματικών φαινομένων.
Μ.Κ.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ