Η Ευρώπη αυξάνει τις αμυντικές δαπάνες, με τη βιομηχανία να στρέφεται στην παραγωγή όπλων. Η μετάβαση σε «πολεμική οικονομία» σημαίνει κρατικό έλεγχο στους πόρους και την τεχνολογία για την ενίσχυση της στρατιωτικής προετοιμασίας.

Η Ευρώπη εισέρχεται σε μια νέα φάση, αυξάνοντας σημαντικά τις επενδύσεις στην άμυνα και τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Τι σημαίνει, όμως, η μετάβαση σε μια *«πολεμική οικονομία»* και ποιές είναι οι συνέπειες αυτής της επιλογής για τις κοινωνίες και τις οικονομίες των κρατών;
Αν και απουσιάζει επίσημος ορισμός, ο όρος *«πολεμική οικονομία»* περιγράφει την οργανωμένη διάθεση πόρων, παραγωγικών δυνατοτήτων και εργατικού δυναμικού στην υπηρεσία της στρατιωτικής προετοιμασίας και παραγωγής – συνήθως ενόψει ή κατά τη διάρκεια ενός πολέμου.
Αλλαγές στη βιομηχανική παραγωγή και κρατικό έλεγχο
Στην *πολεμική οικονομία*, η βιομηχανική δραστηριότητα στρέφεται από τα καταναλωτικά αγαθά στα όπλα, τα πυρομαχικά και τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Η ανάπτυξη τέτοιων τεχνολογιών προϋποθέτει μεγάλες επενδύσεις, οδηγώντας συχνά σε πιο συγκεντρωτική κυβερνητική διαχείριση και συστηματικότερο έλεγχο των βιομηχανιών και των πόρων. Έτσι, οι κυβερνήσεις καθορίζουν προτεραιότητες, διοχετεύοντας τις πρώτες ύλες και τους διαθέσιμους πόρους σε ανάγκες της άμυνας.
Κερδισμένοι και χαμένοι στην πορεία
Η διάθεση πόρων στην άμυνα αγγίζει το σύνολο της κοινωνίας, συχνά με υψηλό οικονομικό κόστος και διαδοχικά φαινόμενα όπως αυξημένες κρατικές δαπάνες, δανεισμός, πληθωρισμός και αυξημένη φορολογία. Η κοινωνική πρόνοια και οι επενδύσεις σε άλλους τομείς συχνά περιορίζονται.
Όπως επισημαίνει ο Άρμιν Στάινμπαχ από το Bruegel, οι επιχειρήσεις με εξειδίκευση σε στρατιωτική βιομηχανία, ψηφιακές και ιατροφαρμακευτικές τεχνολογίες συγκαταλέγονται στους βασικούς ωφελούμενους μιας πολεμικής οικονομίας. Η *«στροφή σε μία πολεμική οικονομία μπορεί να αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα για τις επιστημονικές και τεχνολογικές καινοτομίες»*, όπως υπογραμμίζει, με δυνητικά οφέλη και για άλλους βιομηχανικούς κλάδους πέραν της άμυνας.
Η σύγχρονη μετάβαση στην Ευρώπη και τον πλανήτη
Η διαδικασία μετάβασης σε *πολεμική οικονομία* διαφέρει ανάλογα τη χώρα και τις περιστάσεις: μπορεί να είναι ταχεία και επιβεβλημένη από απειλές ή να εξελίσσεται σταδιακά. Στον Β’Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία προετοιμάστηκε συστηματικά, ενώ οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο βρέθηκαν να ανταποκρίνονται σε νέες συνθήκες υπό πίεση.
Σήμερα, η Ρωσία έχει αυξήσει δραστικά τις στρατιωτικές δαπάνες, επιβάλλοντας ελέγχους κεφαλαίων και κινητοποιώντας βιομηχανικούς και ανθρώπινους πόρους στηρίζοντας την πολεμική της προσπάθεια, κάτι που συνοδεύεται από έντονες πληθωριστικές πιέσεις. Η Ουκρανία, με πολύ μικρότερη οικονομική ισχύ, δαπανά πλέον το 58% του προϋπολογισμού της σε στρατιωτικές ανάγκες, έχοντας κινητοποιήσει ουσιαστικά ολόκληρη την κοινωνία και τη βιομηχανία για την άμυνα της χώρας.
Παρόμοια φαινόμενα παρατηρούνται σε χώρες όπως η Μιανμάρ, το Σουδάν, η Υεμένη, αλλά και σε κράτη της Μέσης Ανατολής – με το Ισραήλ να συγκαταλέγεται επίσης στη λίστα αυτών που υλοποιούν εκτενείς αλλαγές στην οικονομική τους λειτουργία λόγω των διαρκών συγκρούσεων.
Η ευρωπαϊκή απάντηση: προς νέα μοντέλα άμυνας
Η ΕΕ, μπροστά στον περιορισμό της αμερικανικής στήριξης προς την Ουκρανία, αλλά και στη διευρυμένη αβεβαιότητα στην ευρύτερη περιοχή, προσανατολίζεται δυναμικά στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Τα περισσότερα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ – μεταξύ αυτών και οι ευρωπαϊκές χώρες – αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην επίτευξη του στόχου για αμυντικές δαπάνες ύψους 2% του ΑΕΠ, που πλέον θεωρείται ανεπαρκής.
Χαρακτηριστικά της στροφής συνιστά το σχέδιο “ReArm Europe” που ανακοινώθηκε στις 4 Μαρτίου από την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν: αμυντικό πακέτο 800 δισ. ευρώ και 150 δισ. δάνειο για τις χώρες-μέλη με στόχο την αναβάθμιση των στρατιωτικών δυνατοτήτων. Η Γερμανία, προκειμένου να στηρίξει τη βιομηχανία της άμυνας, έχει τροποποιήσει τους περιορισμούς στον κρατικό προϋπολογισμό παρέχοντας περισσότερα κονδύλια.
Για την Ευρώπη, η προτεραιοποίηση των διαθέσιμων πόρων και η βελτίωση της ενεργειακής πρόσβασης αποτελούν κρίσιμες προϋποθέσεις, σύμφωνα με τους ειδικούς. Παράλληλα, η διακρατική συνεργασία στην έρευνα και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών θα μπορούσε να περιορίσει το κόστος και να ενισχύσει την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα.
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς
Πηγή: Deutsche Welle
Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.
Αξίζει να διαβάσετε δημοφιλείς ειδήσεις στο skai.gr
<!– Exit Bee Code Snippet for skai.gr