
Στη Γερμανία ο μέσος όρος γεννήσεων είναι μόλις 1,35 παιδιά ανά γυναίκα. Αποτελεί το ποσοστό απειλή για την ευμάρεια ή μήπως είναι ενδεικτικό για την αυτοδιάθεση των γυναικών;Όταν η Γερμανίδα influencer και κωμικός Γιούλια Μπράντνερ παρουσίασε πρόσφατα το βιβλίο της “I’m not kidding” (που μεταφράζεται «Δεν αστειεύομαι», αλλά και «Δεν κάνω παιδιά»), στο οποίο εξηγεί γιατί υποβλήθηκε σε στείρωση επειδή δεν ήθελε να κάνει παιδιά, η 30χρονη δέχθηκε σκληρές φραστικές επιθέσεις, αλλά και προσβλητικά σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Την ώρα που πολλές γυναίκες αναγνωρίζουν τις τελευταίες δεκαετίες πρόοδο στην αυτοδιάθεση, άλλες προειδοποιούν για επαπειλούμενη φθίνουσα ευημερία της γερμανικής κοινωνίας λόγω της συνεχούς συρρίκνωσης του πληθυσμού.
1,35 παιδιά ανά γυναίκα ήταν ο στατιστικός μέσος όρος γεννήσεων στη Γερμανία το 2024, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία. Το ποσοστό γεννήσεων για τις Γερμανίδες ήταν μόλις 1,23 παιδιά ανά γυναίκα, ενώ για τις αλλοδαπές 1,84. Σε απόλυτους αριθμούς γεννήθηκαν πέρυσι 677.117 παιδιά, περισσότερο από 15.000 λιγότερα από πρόπερσι.
Η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) θέλει άνοδο γεννήσεων
Η Γιούλια Μπράντνερ ήταν 28 ετών όταν υποβλήθηκε σε στείρωση. Πριν ξεκινήσει η επέμβαση, ο γυναικολόγος της ζήτησε ψυχιατρική γνωμάτευση για να είναι βέβαιος ότι έλαβε συνειδητά την απόφαση. Οι υψηλοί τόνοι αντιπαράθεσης εξέπληξαν τη Γερμανίδα influencer και κωμικό. Σε εποχές αστάθειας διαπιστώνει μια στροφή προς τον συντηρητισμό, όπου οι γυναίκες θα πρέπει να φροντίζουν στο σπίτι τα παιδιά. Το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) τάσσεται υπέρ της αύξησης των γεννήσεων και απορρίπτει τη μετανάστευση ως μέσο αντιμετώπισης της έλλειψης εξειδικευμένων εργαζομένων.
Η Γερμανία δεν είναι η μόνη χώρα που αντιμετωπίζει πρόβλημα υπογεννητικότητας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι γεννήσεις μειώνονται σημαντικά. Την αρνητική πρωτιά κατέχει η Νότια Κορέα με μέσο όρο 0,75, ενώ εξαίρεση αποτελεί η περιοχή του Σαχέλ, όπου οι γυναίκες εξακολουθούν να αποκτούν κατά μέσο όρο πάνω από πέντε παιδιά.
Οι απόφοιτες ΑΕΙ παραμένουν ολοένα συχνότερα άτεκνες
Ο Μάρτιν Μπουγιάρντ, αναπληρωτής διευθυντής του Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Έρευνας Πληθυσμού, επαινεί τις προσπάθειες της Γερμανίας τα τελευταία χρόνια στον τομέα της οικογενειακής πολιτικής και αναφέρεται ιδιαίτερα στους περισσότερους βρεφονηπιακούς σταθμούς και ολοήμερα σχολεία, καθώς και στην εισαγωγή γονικού επιδόματος στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Εκτιμά ότι πρόκειται για υποδειγματική πολιτική, χάρη στην οποία η Γερμανία δεν είναι πλέον ουραγός στα ποσοστά γεννήσεων, όπως πριν από μερικές δεκαετίες.
Προσθέτει, ωστόσο, ότι «από το 2013 οι γονείς έχουν μεν νόμιμο δικαίωμα για μια θέση σε έναν βρεφονηπιακό σταθμό, συμβαίνει, όμως, πλέον συχνά οι σταθμοί λόγω παροδικής έλλειψης προσωπικού να κλείνουν για μία ή περισσότερες μέρες».
Στη Γερμανία είναι κυρίως οι απόφοιτες ΑΕΙ που παραμένουν όλο και πιο συχνά άτεκνες. Ο μόνος τρόπος για να αλλάξει η παρούσα κατάσταση είναι να βελτιωθεί η συμβατότητα εργασίας και οικογένειας, λέει ο αναπληρωτής διευθυντής του Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Έρευνας Πληθυσμού: «Το χειρότερο σενάριο είναι ότι με περαιτέρω όξυνση της υπογεννητικότητας στη Γερμανία, θα αντιμετωπίσουμε ακόμα σοβαρότερα προβλήματα στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας την επόμενη πενταετία. Αυτό σημαίνει ότι θα αυξηθούν οι εισφορές των εργαζομένων στα ταμεία ασφάλισης και συνταξιοδότησης και θα έχουμε περισσότερες περικοπές στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης».
Επιμέλεια: Στέφανος Γεωργακόπουλος
Πηγή: Deutsche Welle