
Μπορεί λίγο το… βόλεμα, μπορεί λίγο (έως πολύ) οι οικονομικές δυσκολίες, γεγονός είναι ότι τα ελληνόπουλα αργούν να κόψουν τον ομφάλιο λώρο με την πατρική οικογένεια και φτάνουν σε ηλικία ακόμη και μετά τα 30 για να φύγουν από το σπίτι που μένουν με τους γονείς τους. Το παραπάνω δείχνουν και τα στοιχεία της Eurostat: Οι Ευρωπαίοι αφήνουν το σπίτι στα 26,3 χρόνια κατά μέσο όρο, ενώ στην Ελλάδα αυτό συμβαίνει στα 30,6 έτη.
Η ψυχολόγος ψυχοθεραπεύτρια Ελεάννη Γεροντίδη που μίλησε στην εκπομπή του ΣΚΑΪ, Ζω Καλά, με τον Μανώλη Κεφαλογιάννη, εξήγησε ότι οι ελληνικές οικογένειες είναι πιο προστατευτικές: «Στις ελληνικές οικογένειες θα βρούμε πιο πολλά προστατευτικά στοιχεία σε σχέση με τις χώρες του βορρά. Η αλήθεια είναι ότι το θεωρούμε χρέος και πρέπει να το κάνουμε ως γονείς, ενώ στην πραγματικότητα αυτό μπορεί να γίνει τροχοπέδη για την εξέλιξη των παιδιών».
Συνεχίζοντας σημείωσε ότι η παραμονή στο σπίτι με τους γονείς μπορεί να έχει συνέπειες στην ψυχοσύνθεση των νεαρών ενηλίκων, προκαλώντας χαμηλή αυτοεκτίμηση, αφού δεν μαθαίνουν να παίρνουν ρίσκα και να αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις. Ωστόσο, στη σημερινή εποχή η ανεξαρτητοποίηση σε νεαρή ηλικία μοιάζει ανέφικτη, αφού σπάνια ένας 18χρονος ή μια 18χρονη μπορούν να συντηρηθούν οικονομικά μόνοι τους.
Υπέρ και κατά
Η κ. Γεροντίδη σημείωσε ότι η διαμονή στο σπίτι με τους γονείς δεν αφήνει τα παιδιά να ανεξαρτητοποιηθούν, να ανοίξουν τα φτερά τους, να δοκιμάσουν τις δυνατότητές τους, ακόμη και να αποτύχουν. Κι όλα αυτά μπορεί να συμβούν πάντα μέσα σε ένα ασφαλές περιβάλλον, αφού το γεγονός ότι φεύγουν από το σπίτι δεν συνεπάγεται ότι κόβουν κάθε επαφή με την ασφάλεια που προσφέρει η οικογένεια.
Για το πώς θα εξελιχθεί ως ενήλικας το παιδί που συνεχίζει να μένει με τους γονείς μέχρι προχωρημένη ηλικία, ρόλο παίζει η ποιότητα της συγκατοίκησης, είπε. Δεν είναι κανόνας ότι θα έχουμε έναν δυσλειτουργικό ενήλικα, εξήγησε η κ. Γεροντίδη και συνέχισε: «Αν η οικογένεια -και η μητέρα και ο πατέρας- δεν αφήνει το παιδί να ανεξαρτητοποιηθεί, να έχει τη δική του ρουτίνα, να αναλάβει τη δική του φροντίδα χωρίς να του τα έχουν όλα έτοιμα, πχ τα φαγητά και τα ρούχα, τότε αυτή η συγκατοίκηση αναγκαστικά θα γίνει δυσλειτουργική».
Στον αντίποδα, σημείωσε, είναι αλήθεια ότι παιδιά που φεύγουν νωρίς από το σπίτι, π.χ. στα 18, μπορεί να έρθουν αντιμέτωπα με κινδύνους, τους οποίους δεν είναι έτοιμα να αντιμετωπίσουν. Όταν, μάλιστα, δεν υπάρχει το ασφαλές δίκτυο της οικογένειας για να λάβουν συμβουλές, τότε μπορεί να βιώσουν λάθη και κόστη, τα οποία θα του δυσκολέψουν τη ζωή, υπογράμμισε δίνοντας ως παράδειγμα το πρώτο εργασιακό περιβάλλον και τη δυσκολία προσαρμογής ενός νεαρού ενήλικα. «Αν δεν έχει να το συζητήσει με τους γονείς, που ξέρουν πέντε πράγματα παραπάνω, είναι πολύ πιθανόν να δυσκολευτούν και να βιώσουν καταστάσεις, στις οποίες θα μπορούσαν να τον έχουν βοηθήσει οι γονείς του να τις διαχειριστεί πιο ώριμα» σημείωσε η κ. Γεροντίδου.
Σημαντικό είναι εν τέλει από την πλευρά της η οικογένεια να επιτρέπει στο παιδί να πατήσει στα πόδια του, να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και να τολμά να κάνει τα πρώτα του βήματα προς την ανεξαρτησία, έχοντας πάντα στο νου του ότι υπάρχει ένα υποστηρικτικό περιβάλλον, στο οποίο θα μπορεί να καταφύγει στις δύσκολες στιγμές του.
Πηγή: skai.gr













