Καθώς τα αμερικανικά βομβαρδιστικά B-2 πετούσαν πάνω από το Ιράν, στοχεύοντας τις πυρηνικές εγκαταστάσεις της χώρας, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι αναλυτές στην Ανατολική Ασία αναρωτιούνταν: Τι μηνύματα στέλνουν οι ΗΠΑ στο πυρηνικό οπλοστάσιο μιας χώρας πιο εξοπλισμένης από το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα;
Οι εμπειρογνώμονες προειδοποιούν ότι οι στρατιωτικές ενέργειες της Ουάσινγκτον μπορεί να σκληρύνουν την αποφασιστικότητα της Πιονγκγιάνγκ να επιταχύνει το εξοπλιστικό της πρόγραμμα και να εμβαθύνει τη συνεργασία της με τη Ρωσία, καθώς και να ενισχύσουν την πεποίθηση του Κιμ Γιονγκ Ουν ότι τα πυρηνικά όπλα αποτελούν το απόλυτο αποτρεπτικό μέσο ενάντια στην επιβεβλημένη από τις ΗΠΑ αλλαγή καθεστώτος.
Παρά τις πολυετείς προσπάθειες να πεισθεί η Βόρεια Κορέα να εγκαταλείψει το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων της, το καθεστώς του Κιμ Γιονγκ Ουν θεωρείται ότι διαθέτει πολλαπλά πυρηνικά όπλα, καθώς και πυραύλους που μπορούν δυνητικά να φτάσουν στις ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι κάθε πιθανό στρατιωτικό χτύπημα στην κορεατική χερσόνησο, θα είχε πολύ μεγαλύτερους κινδύνους.
«Το χτύπημα του προέδρου Τραμπ στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν θα ενισχύσει αναμφίβολα περαιτέρω τη νομιμότητα της μακροχρόνιας πολιτικής της Βόρειας Κορέας για την επιβίωση του καθεστώτος και την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων», αναφέρει ο Λιμ Εούλ Τσουν, καθηγητής βορειοκορεατικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Kyungnam της Νότιας Κορέας.
«Η Βόρεια Κορέα αντιλαμβάνεται την πρόσφατη αεροπορική επιδρομή των ΗΠΑ ως προληπτική στρατιωτική απειλή και πιθανότατα θα επιταχύνει τις προσπάθειές της να ενισχύσει τη δική της ικανότητα για προληπτικές πυρηνικές πυραυλικές επιθέσεις», εκτιμά επίσης ο Λιμ.
Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, η Βόρεια Κορέα μπορεί να πετύχει τους στόχους της με τη ρωσική βοήθεια, καθώς είναι σε άνθιση οι στρατιωτικές σχέσεις των δύο χωρών, μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Από την επίσημη εγκαθίδρυσή της το 2024, η στρατηγική εταιρική σχέση της Βόρειας Κορέας με τη Ρωσία έχει καταστεί ζωτικής σημασίας οικονομική και στρατιωτική σανίδα σωτηρίας για την Πιονγκγιάνγκ εν μέσω των συνεχιζόμενων δυτικών κυρώσεων.
«Με βάση τη στρατηγική συμμαχία μεταξύ της Βόρειας Κορέας και της Ρωσίας, η Πιονγκγιάνγκ είναι πιθανό να κινηθεί προς την κατεύθυνση της κοινής ανάπτυξης όπλων, στρατιωτικών ασκήσεων, μεταφοράς τεχνολογίας και μεγαλύτερης αμοιβαίας εξάρτησης τόσο σε οικονομικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο», αναφέρει ο Λιμ.
Η Βόρεια Κορέα έχει στείλει περισσότερους από 14.000 στρατιώτες και εκατομμύρια πυρομαχικά, συμπεριλαμβανομένων πυραύλων και ρουκετών, για να βοηθήσει την Ρωσία στον πόλεμο στην Ουκρανία, σύμφωνα με εκτιμήσεις.
Σε αντάλλαγμα, η Ρωσία παρείχε στη Βόρεια Κορέα πολύτιμα όπλα και τεχνολογία, όπως εξοπλισμό αεράμυνας, αντιαεροπορικούς πυραύλους, συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και διυλισμένο πετρέλαιο.
Οι ενέργειες αυτές «επιτρέπουν στη Βόρεια Κορέα να χρηματοδοτεί τα στρατιωτικά της προγράμματα και να αναπτύσσει περαιτέρω τα προγράμματα βαλλιστικών πυραύλων της, τα οποία απαγορεύονται από πολλαπλά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, και να αποκτά εμπειρία από πρώτο χέρι στον σύγχρονο πόλεμο», διαπιστώνει σχετική έκθεση.
Ιράκ, Λιβύη, Ιράν και τα διδάγματα της επέμβασης υπό την ηγεσία των ΗΠΑ
Στα μάτια του Κιμ, οι πρόσφατες στρατιωτικές ενέργειες των ΗΠΑ στο Ιράν ακολουθούν μια ανησυχητική λογική: οι χώρες χωρίς πυρηνικά όπλα, από το Ιράκ και τη Λιβύη μέχρι το Ιράν, είναι ευάλωτες σε επεμβάσεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, δηλώνει ο Βίκτωρ Τσα, πρόεδρος του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών για την Κορέα.
Η Βόρεια Κορέα, που έχει ήδη δοκιμάσει έξι πυρηνικές συσκευές και έχει αναπτύξει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, θεωρεί το οπλοστάσιό της αδιαπραγμάτευτο.
Σύμφωνα με τον Τσα, οι αεροπορικές επιδρομές της Ουάσινγκτον κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων της Τεχεράνης θα αφήσουν πιθανότατα μια μόνιμη εντύπωση στο καθεστώς Κιμ.
«Τα χτυπήματα στο Ιράν θα επιβεβαιώσουν μόνο δύο πράγματα για τη Βόρεια Κορέα», σημειώνει και εξηγεί:
«Πρώτον: οι ΗΠΑ δεν έχουν επιλογή χρήσης βίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας, όπως είχαν στο Ισραήλ για το Ιράν. Δεύτερον: το χτύπημα απλώς επιβεβαιώνει στο μυαλό του Κιμ Γιονγκ Ουν την πεποίθησή του να διατηρήσει ένα πυρηνικό οπλοστάσιο».
Και η αντίθεση μεταξύ του Ιράν και της Βόρειας Κορέας είναι έντονη, ιδίως όσον αφορά τις πυρηνικές δυνατότητες.
«Το πυρηνικό πρόγραμμα της Πιονγκγιάνγκ είναι πολύ πιο προηγμένο, με όπλα πιθανώς έτοιμα να εκτοξευθούν με πολλαπλά συστήματα παράδοσης, συμπεριλαμβανομένων των ICBM», εξηγεί ο Λέιφ Έρικ Ίσλεϊ, καθηγητής διεθνούς ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο Ewha Womans της Σεούλ, αναφερόμενος στους διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους που μπορούν να ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο, πολύ πιο μακριά από οποιουσδήποτε πυραύλους διαθέτει το Ιράν.
«Το καθεστώς του Κιμ μπορεί να απειλήσει τις ΗΠΑ και η Σεούλ βρίσκεται εντός της εμβέλειας πολλών βορειοκορεατικών όπλων», πρόσθεσε.
Το Ιράν, αντιθέτως, δεν έχει αναπτύξει ακόμη πυρηνικό όπλο και ο εμπλουτισμός του σε ουράνιο είναι κάτω από το όριο, σύμφωνα με την τελευταία αξιολόγηση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας. Επίσης, είχε επιδιώξει επί χρόνια διπλωματία με τις ΗΠΑ και τις δυτικές δυνάμεις για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Αποτρεπτικοί παράγοντες
Η Βόρεια Κορέα πιστεύεται ότι διαθέτει 40 με 50 πυρηνικές κεφαλές, καθώς και τα μέσα για την παράδοσή τους σε ολόκληρη την περιοχή και ενδεχομένως και στην ηπειρωτική χώρα των ΗΠΑ.
«Μια επίθεση στη Βόρεια Κορέα θα μπορούσε να προκαλέσει τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου πλήρους κλίμακας», προειδοποιεί ο Λιμ.
Ο ίδιος προσθέτει πως σύμφωνα με τη συνθήκη συμμαχίας ΗΠΑ-Νότιας Κορέας, η στρατιωτική δράση των ΗΠΑ κατά της Βόρειας Κορέας θα απαιτούσε επίσης προηγούμενη διαβούλευση με την κυβέρνηση της Νότιας Κορέας, ένα βήμα που έχει πολιτικές και νομικές επιπτώσεις.
Υπάρχουν επίσης εξωτερικές δυνάμεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Σε αντίθεση με το Ιράν, η Βόρεια Κορέα έχει επίσημη συνθήκη αμοιβαίας άμυνας με τη Ρωσία, η οποία επιτρέπει στη Μόσχα να επέμβει αυτόματα σε περίπτωση επίθεσης.
Αυτό το πλέγμα αποτρεπτικών μέσων -πυρηνική ικανότητα, περιφερειακές συμμαχίες των ΗΠΑ και ρωσική υποστήριξη- πιθανότατα απομονώνει την Πιονγκγιάνγκ από το είδος της μονομερούς στρατιωτικής δράσης που άσκησε η Ουάσινγκτον στο Ιράν.
Τελικά, λέει ο καθηγητής, το χτύπημα στο Ιράν μπορεί να μην χρησίμευσε ως αποτρεπτικό μέσο, αλλά ως δικαιολογία.
«Αυτή η επίθεση θα βαθύνει τη δυσπιστία της Βόρειας Κορέας απέναντι στις ΗΠΑ και αναμένεται να λειτουργήσει ως καταλύτης για μια αλλαγή στην εξωτερική πολιτική της Βόρειας Κορέας, ιδίως με την ενίσχυση και εμβάθυνση της στρατιωτικής συνεργασίας με τη Ρωσία».
Πηγή: skai.gr