
Σε μία «μη παραδοσιακή» ομιλία, ο Τραμπ αναμένεται να παρουσιάσει τα πεπραγμένα «της πιο επιτυχημένης έναρξης προεδρίας στην ιστορία των ΗΠΑ»
Για πρώτη φορά μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, ο Ντόναλντ Τραμπ θα εκφωνήσει σήμερα ομιλία ενώπιον των δύο σωμάτων του Κογκρέσου προειδοποιώντας από την πλατφόρμα του, το Truth Social, ότι θα είναι «πολύ σημαντική» και ότι «θα πω τα πράγματα όπως είναι».
Η ομιλία αυτή δεν θα είναι η παραδοσιακή που εκφωνούν κάθε χρόνο οι Αμερικανοί πρόεδροι για την «Κατάσταση του Έθνους», καθώς συνήθως δεν κάνουν την ομιλία αυτή τον Ιανουάριο που ολοκληρώνεται η θητεία τους ούτε τον πρώτο χρόνο αφού ορκιστούν στην προεδρία.
Ένας από τους στενούς συμβούλους του Ρεπουμπλικάνου προέδρου, ο Στίβεν Μίλερ, δήλωσε ότι ο Τραμπ θα παρουσιάσει στο Κογκρέσο τα πεπραγμένα «της πιο επιτυχημένης έναρξης προεδρίας στην ιστορία των ΗΠΑ».
Ο 78χρονος δισεκατομμυριούχος θα μεταβεί σήμερα στις 21:00 (τοπική ώρα, 04:00 ώρα Ελλάδας) στο Καπιτώλιο ενώ, σύμφωνα με τον αμερικανικό Τύπο, ο επικεφαλής της Tesla και της SpaceX, Ιλον Μασκ, έχει προσκληθεί στη σημερινή ομιλία του Τραμπ.
Θα παρουσιάσει τα σχέδιά του για «ειρήνη στον κόσμο»
Σύμφωνα με το Fox News, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος – το κόμμα του οποίου ελέγχει και τα δύο σώματα του Κογκρέσου– θα αναφερθεί στις επιτυχίες που σημείωσε στον οικονομικό τομέα κατά τις πρώτες εβδομάδες του στην προεδρία, στη διάρκεια των οποίων έχει κάνει ηχηρές ανακοινώσεις.
Παράλληλα, όπως αναφέρει άρθρο στον ιστότοπο του Fox News, ο Τραμπ θα παρουσιάσει τα σχέδιά του για «ειρήνη στον κόσμο».
Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει προσεγγίσει το Κρεμλίνο, ενώ παράλληλα έχει αυξήσει τις επιθέσεις εναντίον συμμάχων των ΗΠΑ, επιβάλλοντας για παράδειγμα υψηλούς δασμούς εναντίον του Μεξικού και του Καναδά.
Οι δηλώσεις του για την Ουκρανία αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον έπειτα από τη δημόσια αντιπαράθεσή του με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι την Παρασκευή και τη χθεσινή ανακοίνωση της Ουάσινγκτον ότι αναστέλλει τη στρατιωτική της βοήθεια προς το Κίεβο.
Ο Τραμπ δηλώνει ότι επιδιώκει μια «ξεκάθαρη ρήξη» με τη διπλωματία «του παρελθόντος», η οποία ανήγαγε τις ΗΠΑ στην εγγυήτρια της ασφάλειας των δυτικών δημοκρατιών μετά το 1945.
Η βούλησή του αυτή εκφράζεται στο εσωτερικό των ΗΠΑ με τον διορισμό πιστών στον ίδιο σε θέσεις κλειδιά της κυβέρνησης, με τη βίαιη διάλυση της ομοσπονδιακής γραφειοκρατίας και με τις σφοδρές επιθέσεις εναντίον του Τύπου.
Κανένα «ανάχωμα» στην πολιτική Τραμπ
Ο Τραμπ μοιάζει αποφασισμένος να επιβάλει την πολιτική που επιθυμεί χωρίς να ανησυχεί αν θα λάβει την έγκριση του Κογκρέσου ή αν θα αντιπαρατεθεί με τη δικαιοσύνη.
Έχει ήδη εκδώσει δεκάδες διατάγματα, για κάποια από τα οποία έχουν κατατεθεί ήδη προσφυγές στα δικαστήρια, ενώ έχει δώσει το ελεύθερο στον δισεκατομμυριούχο Ίλον Μασκ για να περιορίσει τις κρατικές δαπάνες.
Και μέχρι στιγμής η αντίδραση στις αποφάσεις του Τραμπ από το Δημοκρατικό κόμμα είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Η πρώην πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι, προσωπικότητα των Δημοκρατικών, συμβούλευσε τους βουλευτές του κόμματός της να διατηρήσουν σήμερα χαμηλό προφίλ.
«Αφήστε τον να βράσει στο ζουμί του. Μη ρίχνετε νερό στον μύλο αυτών που θα επιδιώξουν να υιοθετήσουν ανάρμοστη συμπεριφορά», δήλωσε στην Washington Post η Πελόζι, η οποία στις 4 Φεβρουαρίου 2020 έσκισε επιδεικτικά ένα αντίτυπο της ομιλίας που είχε μόλις εκφωνήσει ο Τραμπ στο Καπιτώλιο.
Σε άρθρο τους στο Foreign Affairs οι πολιτικοί επιστήμονες Στίβεν Λεβίτσκι (του Χάρβαρντ) και Λούκαν Γουέι (του πανεπιστημίου του Τορόντο) προειδοποιούν για το ενδεχόμενο διολίσθησης των ΗΠΑ σε ένα ιδιότυπο «αυταρχικό» καθεστώς.
«Η κατάρρευση της δημοκρατίας στις ΗΠΑ δεν θα γεννήσει μια κλασική δημοκρατία στην οποία οι εκλογές είναι απάτη και οι αντιφρονούντες φυλακίζονται, εξορίζονται ή φονεύονται», εκτιμούν, αλλά σε ένα σύστημα στο οποίο τα κόμματα αντιπαρατίθενται σε μη δίκαιες εκλογές καθώς η πλευρά της εξουσίας έχει διαμορφώσει τους κανόνες και την πολιτική συζήτηση προς όφελός της.
Οι δύο ερευνητές εκτιμούν ότι «οι Αμερικανοί θα μπορούν πάντα να αντιτίθενται στην κυβέρνηση, αλλά αυτό θα γίνει πιο επικίνδυνο και πιο δύσκολο και θα οδηγήσει πολλές προσωπικότητες και πολίτες να αποφασίσουν ότι ο κίνδυνος δεν αξίζει τον κόπο».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ