Οι διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία σκοντάφτουν σε θεμελιώδεις διαφωνίες: από τις «εγγυήσεις ασφαλείας» που απαιτεί η Μόσχα, έως το ζήτημα της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ και το μέλλον των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων. Η Ρωσία ζητά δεσμεύσεις που περιορίζουν την κυριαρχία του Κιέβου, ενώ η Δύση προσπαθεί να βρει εναλλακτικούς μηχανισμούς προστασίας, με την Ουκρανία να απορρίπτει κάθε όρο που θα την άφηνε εκτεθειμένη σε νέες εισβολές.
Οι διπλωματικές προσπάθειες για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία έχουν επικεντρωθεί μετά τη σύνοδο Τραμπ-Πούτιν στην Αλάσκα στις δυτικές εγγυήσεις για τη μελλοντική ασφάλεια της χώρας. Ωστόσο, το Κρεμλίνο δηλώνει ότι πρέπει να εξασφαλίσει τις δικές του «εγγυήσεις ασφαλείας» προτού καταθέσει τα όπλα.
Όπως σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι New York Times, αυτό που ο Βλαντίμιρ Πούτιν αποκαλεί «εγγυήσεις ασφαλείας» για την προστασία της Ρωσίας, θα περιόριζε δραστικά την ουκρανική κυριαρχία, αφήνοντας τη χώρα εκτεθειμένη σε μια νέα ρωσική επίθεση και, σύμφωνα με πολλούς υποστηρικτές της, θα την καθιστούσε ουσιαστικά κράτος-δορυφόρο της Μόσχας.
Η ένταση γύρω από τις «εγγυήσεις ασφαλείας» και οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους ερμηνεύεται ο όρος από το Κρεμλίνο και τη Δύση υπογραμμίζει τη θεμελιώδη δυσκολία επίτευξης οποιασδήποτε ειρηνευτικής συμφωνίας για τον τερματισμό της ρωσικής εισβολής.
Οι απαιτήσεις του Πούτιν για την ασφάλεια της Ρωσίας παραμένουν αμετάβλητες εδώ και χρόνια και αντανακλούν έναν κατάλογο παραπόνων, τον οποίο συχνά συνοψίζει ως τις «ρίζες» του πολέμου.
Κατά τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, οι ρωσικές ανησυχίες «ακούγονται επιτέλους» στην Ουάσιγκτον, λέει ο Πούτιν. «Μπορούμε να δούμε τώρα ότι διαμορφώνεται κάποια αμοιβαία κατανόηση», σημείωσε αυτή την εβδομάδα στη σύνοδο κορυφής στην Κίνα, αναφερόμενος στη συνάντησή του με τον Τραμπ στην Αλάσκα τον περασμένο μήνα.
Ακολουθεί τι εννοεί ο Πούτιν όταν μιλάει για «εγγυήσεις ασφαλείας» και πώς αυτό συγκρίνεται με τη θέση της Ουκρανίας.
Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ διαχρονική ανησυχία του Κρεμλίνου
Η συχνότερη απαίτηση της Ρωσίας για τον τερματισμό του πολέμου είναι η εγγύηση ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στη Συμμαχία.
Η ανατολική επέκταση της στρατιωτικής συμμαχίας υπό την ηγεσία των ΗΠΑ μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης έχει διαμορφώσει, περισσότερο από κάθε άλλο παράγοντα, τη ρεβανσιστική κοσμοθεωρία του Βλαντίμιρ Πούτιν, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, συμβάλλοντας άμεσα στην απόφασή του να εισβάλει στην Ουκρανία.
Για χρόνια, ο Πούτιν επαναλαμβάνει μια διαδεδομένη ρωσική πεποίθηση: ότι όταν το ΝΑΤΟ δέχτηκε πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και δορυφόρους της Μόσχας στη δεκαετία του 1990 και στις αρχές του 2000, οι Ηνωμένες Πολιτείες παραβίασαν υποσχέσεις που είχαν δώσει στον τελευταίο Σοβιετικό ηγέτη, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ότι δεν θα το έκαναν.
Επίσημοι περιορισμοί στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ δεν υπήρξαν ποτέ. Ωστόσο, ο Πούτιν έχει αναγάγει σε ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής του πολιτικής, την «εκδίκηση» για τον υποτιθέμενο εξευτελισμό που υπέστη η Ρωσία από τη Δύση, όταν βρισκόταν αποδυναμωμένη μετά το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης.
Από την έναρξη της εισβολής του στην Ουκρανία το 2022, ο Πούτιν συνεχίζει να τη χαρακτηρίζει, μεταξύ άλλων, ως έναν αγώνα ενάντια στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ. Αυτή την εβδομάδα δήλωσε ότι η Ρωσία θα αποδεχόταν την ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά επανέλαβε ότι δεν θα ανεχόταν ποτέ την ένταξή της στο ΝΑΤΟ.
«Ήμασταν πάντα αντίθετοι στην ένταξη της Ουκρανίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία», είπε σε δημοσιογράφους στην Κίνα την Τετάρτη. «Η ασφάλεια μιας χώρας δεν μπορεί να έρχεται εις βάρος της ασφάλειας μιας άλλης χώρας, στην προκειμένη περίπτωση της Ρωσικής Ομοσπονδίας».
Περίπλοκες οι εναλλακτικές για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι το ΝΑΤΟ δεν θα δεχθεί την Ουκρανία στη Συμμαχία. Αναλυτές εκτιμούν ότι το Κρεμλίνο θέλει αυτό να αποτυπωθεί εγγράφως ή ακόμη και με αλλαγή στο Σύνταγμα της Ουκρανίας, ώστε να κατοχυρωθεί το «ουδέτερο» καθεστώς της. Ωστόσο, τόσο το ΝΑΤΟ όσο και η Ουκρανία έχουν αποκλείσει κάθε δεσμευτικό περιορισμό στις πολιτικές ασφάλειάς τους.
Οι δυτικοί σύμμαχοι της Ουκρανίας εργάζονται πάνω σε μια πιθανή λύση για να ξεπεράσουν το αδιέξοδο. Συζητούν μια συμφωνία που θα αντικαθιστά το αμοιβαίο αμυντικό σύμφωνο του ΝΑΤΟ με διμερείς συμφωνίες, οι οποίες θα υποχρεώνουν τους συμμάχους της Ουκρανίας να παρέμβουν σε περίπτωση επίθεσης. Για να καταστεί πειστικό ένα τέτοιο αποτρεπτικό σχήμα, η Γαλλία και η Βρετανία ηγούνται προσπαθειών για τη δημιουργία ενός συνασπισμού χωρών που θα μπορούσαν ενδεχομένως να σταθμεύσουν στρατεύματα στην Ουκρανία.
Όμως η Ρωσία δηλώνει κατηγορηματικά ότι αντιτίθεται στην παρουσία στρατευμάτων από χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. Το Κρεμλίνο έχει επίσης απαιτήσει να συμμετάσχει σε οποιοδήποτε διεθνές σχήμα εγγυήσεων ασφαλείας προς το Κίεβο, κάτι που, όπως σημειώνουν αναλυτές, ισοδυναμεί με «την αλεπού που φυλάει το κοτέτσι».
Προσπάθειες αξιωματούχων στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη να καταρτίσουν μια συμφωνία ασφαλείας για την Ουκρανία χωρίς να ληφθεί υπόψη η θέση του Κρεμλίνου είναι απίθανο να αποδώσουν, εκτιμά ο Σάμιουελ Τσάραπ, ειδικός σε θέματα Ρωσίας στο RAND Corporation, έναν οργανισμό έρευνας ασφάλειας στην Ουάσιγκτον.
«Με κάποιον τρόπο, είναι σαν να βάζεις το κάρο μπροστά από το άλογο», είπε. «Αν η μία πλευρά παρουσιάσει στην άλλη εγγυήσεις ασφαλείας ως τετελεσμένο γεγονός, είναι απίθανο να οδηγήσει σε μια διαπραγματευμένη λύση».
Η Ρωσία θέλει μικρότερο ουκρανικό στρατό
Μια ακόμη μεγάλη διαφωνία στις ειρηνευτικές συνομιλίες παραμένει η μελλοντική στρατιωτική ανάπτυξη της Ουκρανίας. Η χώρα αναπτύσσει ταχύτατα τη δική της αμυντική βιομηχανία και προχωρά σε ένα πολλών δισεκατομμυρίων πρόγραμμα εξοπλισμών. Η ουκρανική κυβέρνηση ελπίζει ότι με αυτές τις πολιτικές η χώρα θα μπορέσει να υπερασπιστεί τον εαυτό της ακόμη κι αν δεν υλοποιηθούν οι διεθνείς εγγυήσεις ασφαλείας.
Ωστόσο, το επιθετικό πρόγραμμα επανεξοπλισμού του Κιέβου έρχεται σε άμεση αντίθεση με ό,τι η Ρωσία θεωρεί δικά της συμφέροντα ασφαλείας.
Μία από τις ρωσικές προϋποθέσεις, που είχε διατυπωθεί στις χαμηλού επιπέδου συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη τον Ιούνιο, είναι η επιβολή ανώτατου ορίου στο μέγεθος του ουκρανικού στρατού και περιορισμοί στην ποσότητα και στα είδη των όπλων που διαθέτει. Η Μόσχα παρουσιάζει αυτήν την απαίτηση ως εγγύηση ότι οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις δεν θα μπορούν να διεξαγάγουν επιθετικές επιχειρήσεις στην πράξη, να αποτρέψουν δηλαδή κάθε προσπάθεια ανακατάληψης κατεχόμενων εδαφών.
Η Ουκρανία έχει δηλώσει ότι τέτοιοι περιορισμοί θα ισοδυναμούσαν με συνθηκολόγηση και θα άφηναν τη χώρα εκτεθειμένη σε μελλοντικές εισβολές.
«Το ιδανικό σενάριο για τη Ρωσία είναι η Ουκρανία να μείνει ανυπεράσπιστη και υποτελής», είπε ο Σάμιουελ Τσάραπ. «Σε μια επιτυχημένη διαπραγμάτευση, και οι δύο πλευρές θα πρέπει να είναι σε θέση να υπερασπιστούν ό,τι έχουν χωρίς όμως να μπορούν να απειλήσουν η μία την άλλη».
Πηγή: skai.gr