Του Νίκου Τσέφλιου
Σχεδόν πέντε χρόνια μετά την απόδραση του Κώστα Πάσσαρη από το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Αθηνών και τη δολοφονία των δύο αστυνομικών που τον φρουρούσαν, τον Φεβρουάριο του 2001, η ιστορία επαναλήφθηκε, με τα ίδια τραγικά αποτελέσματα. Μια μέρα σαν σήμερα ένας Ρώσος κακοποιός απέδρασε ενώ μεταφερόταν στις φυλακές με μεταγωγικό λεωφορείο, εκτελώντας τους δύο ένστολους συνοδούς του στα βουνά των Τρικάλων. Στο χρόνο που μεσολάβησε ανάμεσα στα δύο αιματηρά περιστατικά, κατά τον οποίο η Ελληνική Αστυνομία υποτίθεται ότι εκπαιδεύτηκε για να αντιμετωπίζει κρίσεις και προκλήσεις, δεν άλλαξαν -εκ του αποτελέσματος- και πολλά…
«Ήθελα να νιώσω το αίσθημα του θανάτου. Όποιος και να σταματούσε, θα τον σκότωνα!». Ο 23χρονος Ρώσος αιφνιδίασε ακόμη και τους αστυνομικούς, μιλώντας με κυνικότητα για τη δολοφονία της γυναίκας που τον πήρε με το αυτοκίνητό της, όταν τον είδε να κάνει οτοστόπ στο Σιδάρι της Κέρκυρας. Κι όμως, η μεταγωγή αυτού του ανθρώπου σε άλλη αστυνομική έδρα, με τελικό προορισμό τη φυλακή, αντιμετωπίστηκε σαν υπόθεση ρουτίνας, μια αγγαρεία που έπρεπε απλώς να διεκπεραιωθεί, παραμονές Πρωτοχρονιάς και έμελλε να εξελιχθεί σε μια δραματική ιστορία με δύο αστυνομικούς νεκρούς και τον δράστη σαν εγκλωβισμένο αγρίμι να αυτοκτονεί τρεις ημέρες μετά, στα βουνά των Τρικάλων.
Κανείς δεν στάθμισε τα δεδομένα, όταν σχεδιάστηκε η μεταγωγή τριών αλλοδαπών κρατουμένων από τα Ιωάννινα στη Λάρισα. Μόλις δύο αρχιφύλακες, ο ένας οδηγός και ο δεύτερος φρουρός των κρατουμένων, χωρίς αλεξίσφαιρα γιλέκα και πρόσθετο οπλισμό, θα συνόδευαν δύο 17χρονους Αλβανούς, που είχαν κριθεί προφυλακιστέοι για μεταφορά 128 κιλών χασίς και τον 23χρονο Ρώσο Μαξίμ Ζιλίν, ο οποίος είχε μαχαιρώσει μέχρι θανάτου στην Κέρκυρα την 42χρονη Αγγελική Σελλά, μητέρα δύο παιδιών. Η άτυχη γυναίκα, που διατηρούσε κατάστημα ενοικιάσεως δικύκλων, γνώριζε τον Ρώσο, ο οποίος εργαζόταν σε εστιατόριο στο Σιδάρι και προθυμοποιήθηκε να τον πάρει με το αυτοκίνητό της. Εννιά ημέρες αργότερα βρέθηκε νεκρή σε ερημική περιοχή του Αγίου Σπυρίδωνα στο δήμο Θιναλίων. Ο νεαρός συνελήφθη στο αεροδρόμιο του νησιού, στην προσπάθειά του να διαφύγει αεροπορικώς στο εξωτερικό. Η σύλληψη έγινε επειδή είχε λήξει η ταξιδιωτική βίζα του. Ωστόσο κρίθηκε ύποπτος για το φονικό, που παρέμενε «σκοτεινό» και τελικώς ομολόγησε. Όπως φερόταν να παραδέχτηκε στην απολογία του, της επιτέθηκε και τη σκότωσε χτυπώντας την 22 φορές στο λαιμό και στο θώρακα. Ξέπλυνε τα αίματα από τα χέρια του στη θάλασσα και στη συνέχεια έφυγε από την περιοχή με άλλο αυτοκίνητο, κάνοντας ξανά οτοστόπ.
Ο Μαξίμ Ζιλίν προφυλακίστηκε στις φυλακές Κομοτηνής, αλλά μετήχθη στην Κέρκυρα για την αναπαράσταση του εγκλήματος. Όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία, μεταφέρθηκε στο Τμήμα Μεταγωγών Ιωαννίνων. Νωρίς το πρωί της 30ης Δεκεμβρίου 2005 η μικρή κλούβα ξεκίνησε για την Αστυνομική Διεύθυνση Λάρισας, με οδηγό τον 45χρονο Δημήτρη Κώτση και συνοδό τoν 47χρονο Κωνσταντίνο Βλαχοπάνο. Οι δύο αρχιφύλακες θα παρέδιδαν εκεί τους τρεις κρατούμενους, οι οποίοι με άλλα μεταγωγικά λεωφορεία θα μεταφέρονταν ο πρώτος στις φυλακές Κομοτηνής και οι δύο Αλβανοί στις φυλακές Κασσαβέτειας. Ήταν λίγο μετά τις 11 το πρωί, όταν διερχόμενος οδηγός είδε την κλούβα ακινητοποιημένη στο πλάι του δρόμου, ανάμεσα στα χωριά Τρυγόνα και Ορθοβούνι, στην παλαιά Εθνική Οδό Τρικάλων – Ιωαννίνων. Όταν σταμάτησε για να δει τι είχε συμβεί, αντίκρισε έναν αστυνομικό νεκρό, έναν δεύτερο να χαροπαλεύει και ένα νεαρό με χειροπέδες να τα έχει χαμένα. Ειδοποίησε την Αστυνομία και αμέσως σήμανε συναγερμός. Οι δύο αρχιφύλακες είχαν πυροβοληθεί με το υπηρεσιακό όπλο ενός απ’ αυτούς, ενώ οι άλλοι δύο κρατούμενοι είχαν εξαφανιστεί. Οι αστυνομικοί ζήτησαν από τον ανήλικο Αλβανό, που έτρεμε ακόμη, να τους περιγράψει τι είχε συμβεί.
Όπως είπε, όλα έγιναν όταν η κλούβα σταμάτησε για σωματική ανάγκη του Ρώσου. Ο αρχιφύλακας Βλαχοπάνος του έβγαλε τις χειροπέδες και τότε με μια απότομη κίνηση ο κακοποιός του άρπαξε το υπηρεσιακό περίστροφο και τον πυροβόλησε τρεις φορές. Στη συνέχεια έστρεψε το όπλο εναντίον του Κώτση και τον πυροβόλησε κι αυτόν. Αμέσως με το περίστροφο στο χέρι τράπηκε σε φυγή προς την κατηφορική πλευρά του δρόμου, ενώ ο 17χρονος Αλβανός Ιλμί Ντάτα απομακρύνθηκε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οι δύο αστυνομικοί μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο Λάρισας αλλά ήταν αργά. Ο Βλαχοπάνος άφησε πίσω του δύο ανήλικα παιδιά, άλλο ένα ο Κώτσης…
Στην ορεινή περιοχή στήθηκε γιγαντιαία επιχείρηση, από δύο ομάδες της ΕΚΑΜ που έφτασαν από την Αθήνα και άλλες τόσες από τη Θεσσαλονίκη, οκτώ ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά από τέσσερις νομούς της δυτικής Ελλάδας και θερμικές κάμερες, ενώ από αέρος επιχειρούσε ένα ελικόπτερο παντός καιρού τύπου “Sikorsky”.
Παράλληλα, δόθηκαν οδηγίες στους κατοίκους της περιοχής να αποφεύγουν να κυκλοφορούν σε ερημικά σημεία, να ειδοποιήσουν άμεσα την Αστυνομία εάν παρατηρήσουν κάτι ύποπτο και να μη σταματήσουν σε περίπτωση που κάποιος κάνει οτοστόπ. Στην περιοχή μετέβη και ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. αντιστράτηγος Γιώργος Αγγελάκος, ο οποίος έθεσε σε διαθεσιμότητα τον διοικητή και τον αξιωματικό υπηρεσίας του Τμήματος Μεταγωγών Ιωαννίνων, επειδή «δεν είχαν ενημερώσει για την επικινδυνότητα των κρατουμένων τους αστυνομικούς, οι οποίοι δεν φορούσαν αλεξίσφαιρα γιλέκα και δεν είχαν αυτόματα όπλα, παρά μόνο τα υπηρεσιακά τους περίστροφα». Πάντως οι συνδικαλιστές κατήγγειλαν πως το συγκεκριμένο τμήμα δεν είχε προσωπικό και ότι ουσιαστικά οι μεταγωγές επικίνδυνων κακοποιών γίνονταν στην τύχη. Ήταν χαρακτηριστικό πως από την Κέρκυρα μέχρι τα Ιωάννινα τον Ρώσο κακοποιό είχαν συνοδεύσει επτά πάνοπλοι αστυνομικοί, ενώ για τη μεταγωγή από τα Ιωάννινα μέχρι τη Λάρισα, διατέθηκε ουσιαστικά μόλις ένας αστυνομικός αφού ο δεύτερο ήταν ο οδηγός του μικρού λεωφορείου…
Το επόμενο πρωί εντοπίστηκε και συνελήφθη ο 17χρονος Αλβανός, ο οποίος είχε βρει κατάλυμα σε μια εγκαταλελειμμένη αγροικία, 12 χιλιόμετρα από το σημείο της διπλής δολοφονίας, κοντά στο χωριό Κορυδαλλός. Ισχυρίστηκε ότι απέδρασε επειδή φοβήθηκε και αρνήθηκε ότι είχε οποιαδήποτε σχέση με τον Ρώσο στο σχεδιασμό και στην εκτέλεση της απόδρασης.
Τρεις ημέρες αργότερα εντοπίστηκε νεκρός ο Μαξίμ Ζιλίν στις όχθες του ποταμού Μαλακασιώτη, τρία χιλιόμετρα μακριά. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, είχε
αυτοπυροβοληθεί στον κρόταφο με το περίστροφο που σκότωσε τους αστυνομικούς, προφανώς αντιλαμβανόμενος ότι δεν μπορούσε να ξεφύγει από τα μπλόκα, που είχαν απλωθεί σε ολόκληρο τον ορεινό όγκο της περιοχής. Η ιατροδικαστής Ρουμπίνη Λεονταρή απέδωσε το θάνατό του σε «100% αυτοκτονία». Η μητέρα του, Ναταλία Ζίλινα, που ζούσε σε μια φτωχική γειτονιά του Νοβοσιμπίρσκ, στη μακρινή Σιβηρία, αποκομμένη από τον κόσμο, δήλωσε με παράπονο ότι έμαθε για την δολοφονία του παιδιού της από το διαδίκτυο, καθώς κανείς δεν την ενημέρωσε επισήμως. Μάλιστα ο Μαξίμ ετάφη στο νεκροταφείο της Λάρισας μετά από ένα μήνα παραμονής στα αζήτητα του νεκροτομείου. Όταν το θέμα έγινε γνωστό στη Σιβηρία, έγινε εκταφή, παρουσία του Ρώσου πρόξενου και δύο νομικών συμβούλων και μεταφορά της σορού του στην πατρίδα του.
Στο ποινικό σκέλος της υπόθεσης, ο μόνος που την «πλήρωσε» για το μακελειό στην Τρυγόνα ήταν ο διοικητής του Τμήματος Μεταγωγών Ιωαννίνων, ο οποίος καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 10 μηνών με αναστολή, μετά από μήνυση που κατέθεσαν το 2007 οι οικογένειες των νεκρών αστυνομικών, σε βάρος τριών αξιωματικών της υπηρεσίας. Η ακροαματική διαδικασία στο Εφετείο Ιωαννίνων ήταν πολυήμερη, ενώ ο εισαγγελέας της έδρας είχε προτείνει την αθώωση και των τριών
κατηγορουμένων.
Πηγή: skai.gr














