
Το κόστος περιλαμβάνει εφάπαξ δαπάνες εξοπλισμού που κυμαίνονται από 226 έως 344 δισεκατομμύρια δολάρια, ανάλογα με την ποιότητα του υλικού που θα αγοραστεί, καθώς και πρόσθετες δαπάνες
Η Ευρώπη θα μπορούσε να επιβιώσει χωρίς τη στρατιωτική υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά θα χρειαζόταν 25 χρόνια για να αντικαταστήσει τους Αμερικανούς και το κόστος θα έφτανε έως και το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια, σύμφωνα με νέα έκθεση.
Μελέτη του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS), που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη, διαπιστώνει ότι μια υποθετική αποχώρηση των ΗΠΑ από την Ευρώπη θα άφηνε τα μέλη του ΝΑΤΟ στην ήπειρο εκτεθειμένα απέναντι στην απειλή της Ρωσίας και αντιμέτωπα με «σκληρές επιλογές» για το πώς να καλύψουν τα τεράστια κενά.
Το κόστος για την πλήρη αντικατάσταση του αμερικανικού εξοπλισμού και προσωπικού εκτιμάται περίπου στο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε βάθος 25 ετών, σύμφωνα με τη μελέτη. Αυτό περιλαμβάνει εφάπαξ δαπάνες εξοπλισμού που κυμαίνονται από 226 έως 344 δισεκατομμύρια δολάρια, ανάλογα με την ποιότητα του υλικού που θα αγοραστεί, καθώς και πρόσθετες δαπάνες για συντήρηση, ανθρώπινο δυναμικό και υποστήριξη.
Το πιο ακριβό στοιχείο στη «λίστα αγορών» θα ήταν τα 400 τακτικά μαχητικά αεροσκάφη, ακολουθούμενα από 20 αντιτορπιλικά και 24 συστήματα αντιαεροπορικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς.
Το IISS εκτιμά επίσης ότι, σε περίπτωση μεγάλης στρατιωτικής επιχείρησης για την αντιμετώπιση ρωσικής επίθεσης, το κόστος αντικατάστασης του αμερικανικού προσωπικού, το οποίο υπολογίζεται σε 128.000 στρατιώτες, θα υπερέβαινε τα 12 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η αξιολόγηση δεν περιλαμβάνει άλλα σημαντικά κενά, το κόστος των οποίων είναι δύσκολο να υπολογιστεί. Σε αυτά περιλαμβάνονται η διοίκηση και ο έλεγχος, ο συντονισμός, η διαστημική τεχνολογία, η συλλογή πληροφοριών και η επιτήρηση, καθώς και το κόστος των πυρηνικών όπλων.
Οι Ευρωπαίοι θα έπρεπε επίσης να καλύψουν κρίσιμες θέσεις, όπως εκείνη του Ανώτατου Συμμαχικού Διοικητή Ευρώπης, του επικεφαλής των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην ήπειρο και της δεύτερης υψηλότερης στρατιωτικής θέσης στη Συμμαχία. Χωρίς τις ΗΠΑ στο προσκήνιο, θα ήταν επίσης αναγκαίο να ενισχυθεί η διπλωματική συνεργασία και ο συντονισμός.
Εύκολο να το λες, δύσκολο να το κάνεις
Η κάλυψη του κενού που θα άφηνε η αποχώρηση των ΗΠΑ από την Ευρώπη θα απαιτούσε συνδυασμό χρόνου, μακροπρόθεσμης πολιτικής δέσμευσης και πιο φιλόδοξων επενδύσεων.
Ωστόσο, ακόμη και με απεριόριστη πολιτική βούληση και την απαραίτητη χρηματοδότηση, η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία δεν θα διέθετε, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, την ικανότητα να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση, σύμφωνα με το IISS. Οι κατασκευαστές όπλων θα αντιμετώπιζαν προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, καθώς και προβλήματα λόγω χρηματοδοτικών και ρυθμιστικών περιορισμών.
Το «αγοράζουμε ευρωπαϊκά», όραμα που προωθεί η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πιθανότατα δεν πρόκειται να υλοποιηθεί σύντομα. Ακόμη κι αν υπάρξει αύξηση στις παραγγελίες αμυντικού εξοπλισμού στον τομέα της ξηράς, άλλοι κλάδοι —όπως ο ναυτικός και ο αεροδιαστημικός— έχουν δεχθεί ελάχιστες επενδύσεις. Σε ορισμένους τομείς, όπως το πυραυλικό πυροβολικό ή τα μαχητικά αεροσκάφη χαμηλής ορατότητας, η αγορά τοπικών προϊόντων απλώς δεν αποτελεί επιλογή.
Ωστόσο, παρά την παρατεταμένη εξάρτηση της Ευρώπης από τις αμερικανικές στρατιωτικές βιομηχανίες, υπάρχουν ενδείξεις προόδου.
Η ανάλυση του IISS για τις αμυντικές προμήθειες που προκηρύχθηκαν μεταξύ Φεβρουαρίου 2022 και Σεπτεμβρίου 2024 δείχνει ότι το 52% της συνολικής αξίας ανατέθηκε σε ευρωπαϊκές εταιρείες, έναντι 34% στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι συγγραφείς της έκθεσης εκτιμούν ότι η τάση του «Αγοράστε Ευρωπαϊκά» ενδέχεται να ενισχυθεί περαιτέρω.
Η Ευρώπη δαπανά επίσης πλέον περισσότερα χρήματα για την άμυνά της. Μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, αρκετές χώρες του ΝΑΤΟ ενέτειναν τις προσπάθειές τους να επιτύχουν ή να υπερβούν τον στόχο της Συμμαχίας για αμυντικές δαπάνες τουλάχιστον στο 2% του ΑΕΠ.
Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο αποτέλεσε επίσης έναν απρόσμενο καταλύτη υπέρ της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας. Οι απαιτήσεις του για μεγαλύτερη συνεισφορά των Ευρωπαίων συμμάχων στο ΝΑΤΟ καθώς και η υπόνοια ότι οι ΗΠΑ μπορεί να εγκαταλείψουν τις δεσμεύσεις τους για την ασφάλεια της Ευρώπης, έχουν δημιουργήσει αμφιβολίες για την αξιοπιστία της Αμερικής ως συμμάχου. Αυτό καθιστά την ιδέα μιας «γνήσιας ευρωπαϊκής άμυνας», την οποία στηρίζει με συνέπεια ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, πιο ελκυστική.
Ωστόσο, οι κυβερνήσεις της Ευρώπης διαθέτουν περιορισμένα περιθώρια για να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες χωρίς να ξεπεράσουν τα όρια του δημόσιου χρέους.
Επιπλέον, η κοινωνική δυσαρέσκεια σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία, που αντιμετωπίζουν πίεση στους κρατικούς προϋπολογισμούς, δείχνει ότι η δημόσια αντίσταση σε αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες θα μπορούσε να αποτελέσει εμπόδιο — ιδίως αν η Ευρώπη κληθεί να σταθεί μόνη της.
Πηγή: skai.gr