
Στελέχη του Πενταγώνου συναντήθηκαν με μια ομάδα Ευρωπαίων διπλωματών στα τέλη Αυγούστου και τους έστειλαν ένα αυστηρό μήνυμα: οι ΗΠΑ σχεδίαζαν να σταματήσουν μέρος της στρατιωτικής βοήθειας προς τη Λετονία, τη Λιθουανία και την Εσθονία, όλες χώρες μέλη του ΝΑΤΟ που συνορεύουν με τη Ρωσία. Το μήνυμα των Αμερικανών αξιωματούχων προκάλεσε έκπληξη στους Ευρωπαίους διπλωμάτες, ενώ ταυτόχρονα ήγειρε φόβους σε αρκετούς εξ αυτών ότι η Ουάσιγκτον στρέφει σταδιακά την προσοχή της σε άλλα θέματα, γεγονός που θα μπορούσε να ενθαρρύνει τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν, να συνεχίσει την επεκτατική πολιτική του, σημειώνει το Reuters.
Συγκεκριμένα, σε εκείνη τη συνάντηση, ο αξιωματούχος του Πενταγώνου Ντέιβιντ Μπέικερ είπε στην ομάδα των Ευρωπαίων, σύμφωνα με αξιωματούχο που έχει άμεση γνώση των όσων διημείφθησαν, ότι η Ευρώπη πρέπει να είναι λιγότερο εξαρτημένη από τις ΗΠΑ, διαμηνύοντας ότι υπό την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, ο αμερικανικός στρατός θα στρέψει την προσοχή του σε άλλες προτεραιότητες.
Την περασμένη Παρασκευή, οι φόβοι τους φάνηκε πως είχαν βάση.
Ρωσικά αεροσκάφη MiG-31 εισέβαλαν στον εναέριο χώρο της Εσθονίας για περίπου 10 λεπτά, πριν αναχαιτιστούν από ιταλικά F-35. Η Ρωσία αρνήθηκε ότι παραβίασε τον εναέριο χώρο της Εσθονίας, λέγοντας ότι τα αεροσκάφη της πέταξαν πάνω από ουδέτερα ύδατα. Λίγες ώρες αργότερα, ρωσικά αεροσκάφη πέταξαν πάνω από μια πολωνική πλατφόρμα πετρελαίου, σύμφωνα με τη Βαρσοβία. Ενώ και την περασμένη εβδομάδα, ρωσικά drones εισέβαλαν στον εναέριο χώρο της Πολωνίας και τελικά καταρρίφθηκαν.
Συγκρατημένη αντίδραση
Η αντίδραση των ΗΠΑ σε αυτά τα περιστατικά ήταν μέχρι στιγμής συγκρατημένη. Ο Τραμπ απέφυγε να αναφερθεί στην τελευταία εισβολή για αρκετές ώρες, προτού δηλώσει τελικά ότι θα μπορούσε να αποτελέσει «μεγάλο πρόβλημα», ενώ μετά το περιστατικό της περασμένης εβδομάδας στην Πολωνία είχε δημοσιεύσει ένα αινιγματικό μήνυμα στην εφαρμογή Truth Social: «Πάμε!»
Η αντίδρασή του φαίνεται να ταιριάζει με την αλλαγή στάσης από πλευράς των ΗΠΑ που φοβούνται οι Ευρωπαίοι.
Μετά από μήνες προτάσεων για την επίλυση ή τη μεσολάβηση σε μερικές από τις πιο δυσεπίλυτες συγκρούσεις στον κόσμο, ο Τραμπ έχει αποσυρθεί σε μεγάλο βαθμό από τη διπλωματία τις τελευταίες εβδομάδες, σύμφωνα με το Reuters. Αντ’ αυτού έχει επιτρέψει, και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει πιέσει τους συμμάχους του, να αναλάβουν τα ηνία, δίνοντας μόνο αόριστες υποσχέσεις για βοήθεια από τις ΗΠΑ.
Ο ίδιος, αντίθετα, στρέφει όλο και περισσότερο την προσοχή του σε εσωτερικά ζητήματα, όπως η καταπολέμηση του εγκλήματος, η αντιμετώπιση αυτού που αποκαλεί βίαιο αριστερό εξτρεμισμό και η αναθεώρηση ενός σημαντικού προγράμματος χορήγησης βίζας.
Πιο συγκεκριμένα, μετά από ένα έντονο διπλωματικό καλοκαίρι, που μεταξύ άλλων περιλάμβανε και τη φιλοξενία του Πούτιν στην Αλάσκα, ο Τραμπ είπε στους Ευρωπαίους ότι πρέπει να επιβάλουν αυστηρές κυρώσεις στους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου, αν θέλουν η Ουάσιγκτον να ασκήσει οικονομικές πιέσεις στη Μόσχα προκειμένου να αναγκαστεί ο Πούτιν να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Επίσης, ενώ ο πρόεδρος των ΗΠΑ πέρασε τους πρώτους μήνες της θητείας του προσπαθώντας να εξασφαλίσει κατάπαυση του πυρός μεταξύ του Ισραήλ και της παλαιστινιακής οργάνωσης Χαμάς, πρόσφατα δείχνει να αδιαφορεί για τις κινήσεις του Ισραήλ που φαίνεται να υπονομεύουν την πιθανότητα μιας συμφωνίας για τον τερματισμό του πολέμου στη Γάζα.
Μάλιστα, παρότι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου διαμαρτυρήθηκαν όταν το Ισραήλ βομβάρδισε στελέχη της Χαμάς που βρισκόταν στο έδαφος του Κατάρ, συμμάχου των ΗΠΑ, δεν προχώρησαν στη λήψη μέτρα. Όταν δε το Ισραήλ ξεκίνησε την αμφιλεγόμενη στρατιωτική επίθεσή του στην πόλη της Γάζας, ο Τραμπ δεν έφερε αντίρρηση, ακόμη και όταν οι Ευρωπαίοι και Άραβες σύμμαχοι των ΗΠΑ καταδίκασαν την κίνηση της ισραηλινής κυβέρνησης.
Το γεγονός ότι ο Τραμπ εμφανίζεται επιφυλακτικός όσον αφορά την εμπλοκή των ΗΠΑ σε μεγάλες συγκρούσεις δεν αποτελεί έκπληξη. Επί σχεδόν δύο χρόνια, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, υποστήριζε ότι οι ΗΠΑ έχουν αναλάβει υπερβολικές στρατιωτικές υποχρεώσεις. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι τον κατηγορούσαν ως απομονωτιστή.
Όμως, το καλοκαίρι, έδειξε ένα άλλο πρόσωπο. Προς απογοήτευση ορισμένων συντηρητικών πολιτικών συμμάχων του, βομβάρδισε τις βασικές πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, υποστηρίζοντας την αεροπορική επίθεση του Ισραήλ τον Ιούνιο. Στη διάσκεψη του ΝΑΤΟ που διεξήχθη στην Ολλανδία αργότερα τον ίδιο μήνα, δήλωσε ότι θα έστελνε νέα αμυντικά συστήματα Patriot στην Ουκρανία. Και τον Ιούλιο ενέτεινε τις απειλές για κυρώσεις και δασμούς σε βάρος της Μόσχας.
Επιστροφή στις «εργοστασιακές ρυθμίσεις»
Τώρα όμως, σύμφωνα με αναλυτές, ο Τραμπ επιστρέφει στις «εργοστασιακές ρυθμίσεις» του.
Ο Άαρων Ντέβιντ Μίλερ, βετεράνος Αμερικανός διπλωμάτης και ανώτερος ερευνητής στο Carnegie Endowment for International Peace, σημειώνει ότι ο Τραμπ ίσως απλώς συνειδητοποίησε πως οι συγκρούσεις είναι πολύ πιο δυσεπίλυτες από ό,τι είχε φανταστεί.
Η τελευταία στροφή του προέδρου βέβαια θα μπορούσε εύκολα να ακολουθηθεί από νέα άλλη στροφή. Τον Απρίλιο και τον Μάιο εξέφρασε δημοσίως την πρόθεσή του να αποσυρθεί από τον πόλεμο στην Ουκρανία, για να επανέλθει στη συνέχεια με έντονο τρόπο στο θέμα.
Επιπλέον, η αποχώρηση του Λευκού Οίκου δεν ήταν απόλυτη. Τις τελευταίες εβδομάδες, αμερικανικά όπλα άρχισαν και πάλι να φτάνουν στην Ουκρανία στο πλαίσιο μιας πρωτοβουλίας ασφάλειας των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ που ονομάζεται πρόγραμμα PURL.
Ωστόσο, οι αναλυτές εκφράζουν φόβους ότι η ήπια αντίδραση των ΗΠΑ στις τελευταίες προκλήσεις της Ρωσίας θα ενθαρρύνει τον Πούτιν να προβεί σε ακόμα πιο επιθετικές κινήσεις.
Η περαιτέρω αποχώρηση των ΗΠΑ «θα οδηγήσει σε πιο προκλητικές ενέργειες από τον Πούτιν, καθώς θεωρεί την Ευρώπη πιο αδύναμη καθώς μπορεί να διχαστεί – ειδικά χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ», σημειώνει ο Άλεξ Πλίτσας, ανώτερος ερευνητής στο Atlantic Council.
Αρκετοί Ευρωπαίοι διπλωμάτες στην Ουάσινγκτον έχουν δηλώσει σε ιδιωτικές συζητήσεις ότι έχουν κουραστεί από την ασταθή στάση του Τραμπ απέναντι στη Ρωσία – και αφήνουν να εννοηθεί ότι το ενδεχόμενο ο Αμερικανός πρόεδρος να σκληρύνει τη στάση του απέναντι στη Μόσχα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο.
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, σύμφωνα με τους διπλωμάτες, η αίσθησή τους ήταν πολύ διαφορετική.
Στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο, ο Τραμπ εξήρε τους Ευρωπαίους ηγέτες και τον επόμενο μήνα απείλησε επανειλημμένως τη Ρωσία με άμεσες και δευτερεύουσες κυρώσεις, ενώ συμφώνησε να δημιουργήσει το πρόγραμμα PURL.
Ωστόσο, η σύνοδος κορυφής με τον Πούτιν στην Αλάσκα δεν οδήγησε σε καμία σημαντική πρόοδο και οδήγησε σε ένα σημαντικό πισογύρισμα για το Κίεβο: ο Τραμπ έφυγε από τη συνάντηση με τον Ρώσο πρόεδρο δηλώνοντας ότι η κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία δεν αποτελεί προϋπόθεση για μια διαρκή ειρήνη – θέση που υποστηρίζει ο Πούτιν, αλλά όχι οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι.
Επίσης, σε μια τεταμένη τηλεφωνική συνομιλία που είχε με τους Ευρωπαίους εταίρους στις 4 Σεπτεμβρίου, ο Τραμπ υποστήριξε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες περιμένουν από τις ΗΠΑ να τις σώσουν, την ίδια στιγμή που οι Ευρωπαίοι συνέχιζαν να τροφοδοτούν τη ρωσική πολεμική μηχανή αγοράζοντας ρωσικό πετρέλαιο, σύμφωνα με δύο αξιωματούχους που ενημερώθηκαν για τη συνομιλία.
Την επόμενη εβδομάδα, δε, ο Τραμπ δήλωσε στους αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι θα έπρεπε να επιβάλουν δασμούς 100% στην Κίνα και την Ινδία προκειμένου να τις τιμωρήσουν για τις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Ο Τραμπ μάλιστα, σύμφωνα με αξιωματούχο, φέρεται να δήλωσε ότι αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την ανάληψη δράσης από τις ΗΠΑ.
Οι «οπαδοί» του Τραμπ υποστηρίζουν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος απαιτεί απλώς από την Ευρώπη να αναλάβει η ίδια την ασφάλειά της.
Ωστόσο, ορισμένοι διπλωμάτες υποψιάζονται ότι πρόκειται για παγίδα. Τέτοιου είδους μέτρα θα ήταν δύσκολο να ξεπεράσει τα γραφειοκρατικά εμπόδια της ΕΕ, δεδομένου ότι η Ένωση προτιμά τις κυρώσεις από τους δασμούς. Δύο ανώτεροι Ευρωπαίοι διπλωμάτες στην Ουάσινγκτον σημείωσαν επίσης ότι ο Τραμπ μίλησε πρόσφατα για μείωση των εμπορικών φραγμών με την Ινδία.
Δεν είναι σαφές αν η εισβολή της Παρασκευής στην Εσθονία θα αλλάξει τη στάση του Τραμπ απέναντι στη Ρωσία.
Η κυβέρνησή του άλλωστε δεν φάνηκε να επηρεάζεται από την επιστολή που έστειλαν την περασμένη εβδομάδα βουλευτές από την Εσθονία, τη Λιθουανία και τη Λετονία, όπου ζητούσαν να επανεξεταστεί το σχέδιο του Τραμπ να σταματήσει μέρος της παρεχόμενης προς αυτές στρατιωτικής βοήθειας από τις ΗΠΑ.
«Πολλοί από τους Ευρωπαίους συμμάχους μας συγκαταλέγονται μεταξύ των πλουσιότερων χωρών του κόσμου», δήλωσε μάλιστα αξιωματούχος του Λευκού Οίκου. «Είναι απολύτως ικανοί να χρηματοδοτήσουν αυτά τα προγράμματα, αν το επιθυμούν».
Πηγή: skai.gr