
Ο πρόεδρος της Φινλανδίας, Aλεξάντερ Στουμπ, δήλωσε ότι οι εγγυήσεις ασφάλειας για την Ουκρανία, θα υποχρεώσουν τις ευρωπαϊκές χώρες που υπογράφουν τη «Συμμαχία των Προθύμων», να πολεμήσουν τη Ρωσία, εάν η Μόσχα κινηθεί στρατιωτικά εναντίον της στο μέλλον.
«Οι εγγυήσεις ασφάλειας είναι ουσιαστικά ένα αποτρεπτικό μέσο. Αυτό το αποτρεπτικό μέσο πρέπει να είναι πειστικό και, για να είναι πειστικό, πρέπει να είναι ισχυρό», δήλωσε ο Στουμπ στην εφημερίδα Guardian, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Ελσίνκι πριν ταξιδέψει στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Τόνισε ότι οι εγγυήσεις θα τεθούν σε ισχύ μόνο μετά από μια μελλοντική συμφωνία μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, αλλά επέμεινε ότι η Ρωσία δεν θα έχει δικαίωμα βέτο ως προς τη μορφή τους.
«Η Ρωσία δεν έχει απολύτως καμία αρμοδιότητα στις κυρίαρχες αποφάσεις ενός ανεξάρτητου έθνους-κράτους… Επομένως, για μένα δεν αποτελεί ζήτημα το αν η Ρωσία θα συμφωνήσει ή όχι. Φυσικά δεν θα συμφωνήσει, αλλά αυτό δεν είναι το θέμα», δήλωσε.
Μετά τη συνάντηση στο Παρίσι τον περασμένο μήνα, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι 26 χώρες είχαν δεσμευτεί να συμμετάσχουν ως δυνάμεις ασφαλείας στην Ουκρανία, με ορισμένες από αυτές να δεσμεύονται πως θα είναι παρούσες «επίγεια, δια θαλάσσης ή από αέρος».
Στρατιωτική εμπλοκή
Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα που έχουν πολλοί στο Κίεβο είναι αν οι συμφωνίες θα συνοδεύονται από συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Όταν ρωτήθηκε αν οι εγγυήσεις σημαίνουν ότι οι ευρωπαϊκές χώρες δηλώνουν πως θα είναι έτοιμες να εμπλακούν στρατιωτικά με τη Ρωσία σε περίπτωση μελλοντικής επιθετικότητας κατά της Ουκρανίας, ο Στουμπ απάντησε: «Αυτή είναι η ιδέα των εγγυήσεων ασφάλειας εξ ορισμού».
Ωστόσο, δεν είναι καθόλου σαφές ότι υπάρχει πολιτική βούληση για αυτού του είδους τη δέσμευση στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου οι υποσχέσεις προς τη μεταπολεμική Ουκρανία έχουν συνήθως διατυπωθεί περισσότερο ως «διαβεβαιώσεις» παρά ως σταθερές δεσμεύσεις. Μέχρι τώρα, η πολιτική των περισσότερων δυτικών χωρών ήταν να προσφέρουν υποστήριξη στην Ουκρανία, αλλά να ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο άμεσης σύγκρουσης με τη Ρωσία. Ωστόσο, ο Στουμπ δήλωσε ότι οποιεσδήποτε εγγυήσεις θα ήταν άχρηστες αν δεν υποστηρίζονταν πραγματικά.
«Οι εγγυήσεις ασφάλειας είναι στην ουσία ένα αποτρεπτικό μέσο και αυτό το αποτρεπτικό μέσο πρέπει να είναι πειστικό, και για να είναι πειστικό πρέπει να είναι ισχυρό. Και αυτό σημαίνει επίσης στρατηγική επικοινωνία, ώστε να μην δίνουμε αόριστες εγγυήσεις ασφάλειας, αλλά να δίνουμε πραγματικές εγγυήσεις ασφάλειας και η Ρωσία το γνωρίζει αυτό», τόνισε ο Στουμπ.
Βασικός παράγοντας στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις
Ο Στουμπ έχει αναδειχθεί ως βασικός παράγοντας στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις τους τελευταίους μήνες, δημιουργώντας στενές σχέσεις με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, μεταξύ άλλων και μέσω αγώνων γκολφ. Η προσωπική αυτή σχέση έχει ως αποτέλεσμα η Φινλανδία, με πληθυσμό μόλις 5,6 εκατομμυρίων κατοίκων, να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην επικοινωνία μεταξύ του Tραμπ και των Ευρωπαίων ηγετών. Ο Στουμπ δήλωσε ότι ο ίδιος και ο Tραμπ εξακολουθούν να επικοινωνούν τακτικά, «μέσω τηλεφώνου και άλλων μέσων», και ότι αναμένει να συναντηθούν αυτή την εβδομάδα.
Ο Στουμπ έχει αναφέρει σε αρκετές περιπτώσεις φέτος ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ αρχίζει να χάνει την υπομονή του με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, αλλά μέχρι στιγμής οι σκληρές δηλώσεις του Τραμπ κατά του Ρώσου προέδρου δεν έχουν μεταφραστεί σε πράξεις, και μια σειρά προθεσμιών που έθεσε ο Αμερικανός πρόεδρος για την επίτευξη προόδου στην ειρηνευτική συμφωνία έχουν παρέλθει χωρίς να ακολουθήσει κάποια συνέχεια. Αντίθετα, ο Τραμπ έστρωσε το κόκκινο χαλί για τον Πούτιν στην Αλάσκα τον περασμένο μήνα.
Ο Φινλανδός πρόεδρος εκτιμά ότι έχει σημειωθεί πρόοδος, αλλά «δεν είναι κάτι το θεαματικό, είναι μια σταδιακή διαδικασία». Όσον αφορά το ερώτημα αν έχει έρθει η στιγμή που η Ευρώπη πρέπει να αποδεχτεί ότι οι ΗΠΑ δεν είναι αξιόπιστος σύμμαχος στις διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία, ο Στουμπ δήλωσε ότι η χώρα του δεν έχει άλλη επιλογή από το να προσπαθήσει όσο το δυνατόν περισσότερο να διατηρήσει φιλικές σχέσεις με την κυβέρνηση Τραμπ.
«Νομίζω ότι είναι καθήκον του προέδρου της Φινλανδίας να έχει καλές σχέσεις με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, όποιος και αν είναι αυτός», επεσήμανε. «Η εξωτερική πολιτική βασίζεται πάντα σε τρεις πυλώνες. Αυτοί είναι οι αξίες, τα συμφέροντα και η δύναμη. Τα μικρά κράτη έχουν μόνο αξίες και συμφέροντα… αλλά μπορούμε να ασκήσουμε επιρροή αντί για δύναμη. Η εμπλοκή είναι καλύτερη από την απομόνωση, ό,τι και αν συμβεί», πρόσθεσε.
Την περασμένη εβδομάδα, ο Στουμπ βρέθηκε στο Κίεβο, όπου συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, και δήλωσε ότι έφυγε από το ταξίδι «βέβαιος» ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να συνεχίσει να πολεμά, αν χρειαστεί, απορρίπτοντας τις αντίθετες απόψεις ως «ψευδείς ειδήσεις».
Μεγάλο μέρος της προσοχής στον ΟΗΕ αυτή την εβδομάδα θα επικεντρωθεί στην Παλαιστίνη, αλλά ελπίζει να έχει αρκετές συναντήσεις που σχετίζονται με την Ουκρανία, τόσο με τον Zελένσκι όσο και με άλλους ηγέτες. Όσον αφορά τις εγγυήσεις ασφάλειας, είπε ότι θα χρειαστεί «αμερικανική στήριξη» για να τους δοθεί πραγματική δύναμη και παραδέχτηκε ότι δεν υπάρχει ακόμη πλήρης εικόνα για το τι είναι διατεθειμένη να δεσμευτεί η κυβέρνηση Τραμπ.
Ωστόσο, η συζήτηση για εγγυήσεις μπορεί να είναι καθαρά υποθετική, αν πρώτα δεν επιτευχθεί πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου. Ο Ζελένσκι έχει δηλώσει πολλές φορές ότι είναι πρόθυμος να συναντήσει τον Πούτιν, όπως ζήτησε ο Τραμπ, αλλά ο Πούτιν έχει δηλώσει ότι θα συναντήσει τον Ζελένσκι μόνο στη Μόσχα ή αν πρώτα ικανοποιηθούν πολλές ρωσικές απαιτήσεις.
Ο Στουμπ παραδέχτηκε ότι προς το παρόν δεν φαίνεται να υπάρχουν πολλές πιθανότητες να καθίσει ο Πούτιν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. «Αυτός ο πόλεμος είναι πολύ μεγάλος για να τον χάσει. Έχει κάνει ίσως το μεγαλύτερο λάθος στην πρόσφατη ιστορία, σίγουρα από το τέλος του ψυχρού πολέμου, και έχει αποτύχει σε όλους τους στρατηγικούς του στόχους. Το ερώτημα είναι πότε θα καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ελπίζω το συντομότερο δυνατό, αλλά αυτή τη στιγμή είμαι αρκετά απαισιόδοξος», κατέληξε.
Πηγή: skai.gr