Κίεβο και Μόσχα προσπαθούν να ενισχύσουν το διαπραγματευτικό τους χαρτί πριν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων. Η κλιμάκωση είναι εμφανής παντού.
Μπορεί να απομένουν μόνο επτά εβδομάδες για ουσιαστικές μάχες στον πόλεμο μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, καθώς οι δύο πλευρές κάνουν ό,τι μπορούν για μια τελευταία μεγάλη προέλαση στα μέτωπα.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει ορκιστεί να τερματίσει τη σύγκρουση εντός μιας ημέρας από την ανάληψη των καθηκόντων του και έχει διορίσει τον πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας και απόστρατο αντιστράτηγο Κιθ Κέλογκ ως ειδικό απεσταλμένο για τη Ρωσία και την Ουκρανία με εντολή να διαπραγματευτεί μια εκεχειρία, σημειώνει το Politico σε ανάλυσή του.
Καθώς ο χρόνος τελειώνει πριν ο Τραμπ ξαναμπεί στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου, ο στρατός της Ουκρανίας που υποστηρίζεται από τη Δύση και οι δυνάμεις εισβολής του Κρεμλίνου προσπαθούν να καταλάβουν εδάφη και όποιο τακτικό πλεονέκτημα μπορούν – με στόχο να ενισχύσουν το διαπραγματευτικό τους χαρτί πριν από την έναρξη των συνομιλιών.
«Πρόκειται να παρουσιαστεί μια πρόταση που θα αλλάξει το παιχνίδι με τη μορφή του Ντόναλντ Τραμπ», δήλωσε ο Τζέιμς Νίξεϊ, επικεφαλής του προγράμματος Ρωσίας-Ευρασίας στο think tank Chatham House με έδρα το Λονδίνο.
Αυτό καθιστά τους επόμενους δύο μήνες μέχρι την ορκωμοσία του μια δυνητικά επικίνδυνη στιγμή, δύο χρόνια και εννέα μήνες μετά τον πόλεμο, με τόσα πολλά να διακυβεύονται και για τις δύο πλευρές.
«Όλοι υποθέτουν ότι θα ακολουθήσους διαπραγματεύσεις και τόσο οι Ουκρανοί όσο και οι Ρώσοι θέλουν να είναι σε όσο το δυνατόν καλύτερη θέση πριν την έναρξή τους», δήλωσε ανώτερος δυτικός αξιωματούχος, ο οποίος μίλησε στο Politico υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Καθώς και οι δύο πλευρές καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες, ο κίνδυνος λανθασμένου υπολογισμού γίνεται πιο έντονος».
Η κλιμάκωση είναι εμφανής παντού – κυρίως στα λόγια και τις πράξεις από τη Μόσχα. Τις τελευταίες εβδομάδες, η Ρωσία ανέπτυξε χιλιάδες στρατιώτες από τη Βόρεια Κορέα, εκτόξευσε ένα νέο είδος πυραύλου στην Ουκρανία και χαλάρωσε ακόμη και τους όρους για τη χρήση των πυρηνικών της όπλων.
Το Κρεμλίνο έχει αναφέρει επίσης ότι μια αμερικανική αντιπυραυλική βάση στην Πολωνία θα αποτελούσε «στόχο προτεραιότητας για πιθανή εξουδετέρωση».
Οι ρωσικές δυνάμεις αύξησαν την ένταση των επιχειρήσεών τους στην ανατολική Ουκρανία αυτόν τον μήνα, σύμφωνα με το Ινστιτούτο για τη Μελέτη του Πολέμου (ISW), καταλαμβάνοντας 574 τετραγωνικά χιλιόμετρα εδάφους από την 1η Νοεμβρίου, ποσοστό υψηλότερο από ό,τι νωρίτερα φέτος ή το 2023.
Ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, εν τω μεταξύ, ηγήθηκε των δυτικών δυνάμεων δίνοντας στο Κίεβο την άδεια να εκτοξεύει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς σε στόχους εντός της Ρωσίας.
Το Κίεβο και η Μόσχα έχουν και άλλους λόγους να επιθυμούν ένα γρήγορο τέλος του πολέμου. «Βρίσκονται και οι δύο σε έναν αγώνα δρόμου ενάντια στον χρόνο, όχι μόνο λόγω του Τραμπ, αλλά και επειδή και οι δύο έχουν πρακτικά προβλήματα», δήλωσε ο Νίξεϊ.
Η Ουκρανία έχει έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού και φαίνεται να βρίσκεται «σε πορεία να χάσει αυτόν τον πόλεμο», σύμφωνα με τον Νίξεϊ. Η Ρωσία έχει βρει ενισχύσεις από τη Βόρεια Κορέα και πρόσθετη στρατιωτική υποστήριξη από την Κίνα, αλλά η οικονομία της δέχεται πιέσεις από την αποδυνάμωση του ρουβλιού και ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει αποφύγει μέχρι στιγμής να διατάξει έναν ακόμη γύρο επιστράτευσης.
Στο πεδίο της μάχης, οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ πιστεύουν ότι η Ρωσία κερδίζει έδαφος αλλά με υψηλό κόστος, χάνοντας ίσως και 1.500 στρατιώτες την ημέρα. Η Ουκρανία κρατιέται, αν και είναι δύσκολο. «Δεν είναι εύκολο, αλλά δεν έχει τελειώσει. Δεν είναι χαμένη υπόθεση», δήλωσε ο ναύαρχος Ρομπ Μπάουερ, πρόεδρος της στρατιωτικής επιτροπής του ΝΑΤΟ.
Ο Πούτιν ακόμα μάχεται
Οι τελευταίες εβδομάδες του πολέμου θα μπορούσαν να είναι κρίσιμες, καθώς οι όροι της εκεχειρίας θα μπορούσαν να καθορίσουν τις ζωές των ανθρώπων στην Ουκρανία για πολλές γενιές, δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Νορβηγίας, Έσπεν Μπαρθ Έιντε.
Με τη δεύτερη θητεία του Τραμπ να πλησιάζει, οι σύμμαχοι της Ουκρανίας αποφάσισαν να αντισταθμίσουν τα στοιχήματά τους. Εκτός από την άδεια που έδωσαν στο Κίεβο να εκτοξεύει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς στη Ρωσία, δυτικοί αξιωματούχοι συναντήθηκαν τις τελευταίες ημέρες για να συζητήσουν πώς θα επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα εάν ο Τραμπ επιβάλει κάποιου είδους διαπραγματεύσεις τον Ιανουάριο.
Αναφορές από τη Γαλλία σημειώνουν ότι το Λονδίνο και το Παρίσι έχουν συζητήσει την πιθανή αποστολή στρατευμάτων στο πλαίσιο μιας ειρηνευτικής πρωτοβουλίας. Ο υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Ντέιβιντ Λάμι δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να βρεθούν βρετανικές δυνάμεις στο ουκρανικό έδαφος στο μέλλον.
Η επιλογή του Τραμπ για τον απεσταλμένο για την ειρήνη είναι επίσης χαρακτηριστική των προθέσεών του. Τον Απρίλιο, ο Κέλλογκ, 80 ετών, συνυπέγραψε ένα έγγραφο στρατηγικής που ζητούσε να συνεχιστεί ο εξοπλισμός της Ουκρανίας, αλλά μόνο εάν το Κίεβο συμφωνούσε να συμμετάσχει σε ειρηνευτικές συνομιλίες με τη Ρωσία. Για να πείσει τον Πούτιν να συμμετάσχει, ο Κέλλογκ υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ «θα πρέπει να προσφέρουν την αναβολή της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ για μια παρατεταμένη περίοδο με αντάλλαγμα μια συνολική και μόνιμη ειρηνευτική συμφωνία με εγγυήσεις ασφαλείας».
Υπάρχει μόνο ένα πρόβλημα με όλη αυτή τη συζήτηση περί ειρήνης: «Υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις ότι ο Πούτιν θέλει πραγματικά να διαπραγματευτεί», δήλωσε ο δυτικός αξιωματούχος. «Μπορεί να είναι υπομονετικός εκεί όπου αυτό είναι προς το συμφέρον του».
Η υπουργός Εξωτερικών του Καναδά Μελανί Ζολί προειδοποίησε ότι ο κίνδυνος των διαπραγματεύσεων με τον Πούτιν θα ήταν να ανασυνταχθεί και να ξαναεπιτεθεί. «Πραγματικά πιστεύω ότι ο Πούτιν δεν έχει καμία κόκκινη γραμμή», δήλωσε η ίδια. «Η πραγματική απειλή που αντιμετωπίζουμε είναι είτε να αποφασίσει να φύγει, να επανεξοπλιστεί και να επιτεθεί εκ νέου, είτε να το κάνει αυτό και αλλού».
Η επίθεση του Πούτιν δεν περιορίζεται στην άμεση ζώνη σύγκρουσης. Οι δυτικές κυβερνήσεις βρίσκονται σε αυξημένη επιφυλακή για τον λεγόμενο υβριδικό πόλεμο.
Δυτικοί αξιωματούχοι κατηγορούν το Κρεμλίνο ότι τοποθετεί βόμβες σε δέματα σε αεροπλάνα, επιχειρεί στοχευμένες δολοφονίες και πραγματοποιεί επιθέσεις σε κρίσιμες υποδομές, όπως σιδηροδρομικές γραμμές, υποθαλάσσια καλώδια και δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας.
Αν λοιπόν ο Πούτιν δεν θέλει την ειρήνη, τι θέλει; Η απάντηση, σύμφωνα με τον Νίξεί, είναι η διεύρυνση του πολέμου.
«Πιστεύει ότι βρίσκεται σε πόλεμο με την ευρύτερη Δύση και έχει βρει έναν νέο τρόπο αντιμετώπισής του, καλώντας και ενώνοντας τις δυνάμεις του με αυτό που αποκαλεί ”παγκόσμια πλειοψηφία”», δήλωσε ο Νίξεί. «Ο Πούτιν θέλει όντως να καταρρεύσει η βασισμένη σε κανόνες διεθνής τάξη» πρόσθεσε.
Πηγή: skai.gr