Ένα βαρύ πλήγμα στον τομέα ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων στην Κρήτη σηματοδοτεί η παραίτηση της παιδοψυχίατρου Αλεξάνδρας Νικολάου που από το 2019 βρίσκεται στο τιμόνι του Κοινοτικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.
Ήταν ο άνθρωπος που πριν έξι χρονιά ανταποκρινόμενη σε μια προκήρυξη ήρθε στο Ρέθυμνο και κατάφερε να δώσει «ζωή» σε ένα Κέντρο που απευθύνεται στην τρυφερή και ευαίσθητη παιδική ηλικία το οποίο μέχρι πρότινος υπήρχε μόνο στα χαρτιά. Σε ένα Κέντρο που δεν είχε καν στέγη και σήμερα έξι χρόνια μετά, παρά τις όποιες υποσχέσεις μετεγκατάστασής του σε νέο κτίριο εξακολουθεί να συστεγάζεται στον χώρο του ΚΕΦΙΑΠ μαζί με το Κέντρο Ψυχικής Υγείας και τον Σύλλογο Γονέων Ατόμων με Αυτισμό.
Από τότε η Αλεξάνδρα Νικολάου αποτελούσε τη μοναδική παιδοψυχίατρο δημοσίου στον νομό Ρεθύμνου, ενώ να σημειωθεί ότι στην Περιφερειακή Ενότητα του νομού δεν υπήρχε ούτε ιδιώτης γιατρός με αυτή την ειδικότητα. Επί σειρά έξι ετών η ίδια εξυπηρετούσε περιστατικά όχι μόνο του νομού Ρεθύμνης αλλά και του νομού Χανίων ελλείψει άλλου παιδοψυχιάτρου στη Δυτική Κρήτη. Το γεγονός αυτό είναι σημαντικό να τονιστεί γιατί επί της ουσίας η μια γιατρός είχε στις πλάτες της δύο νομούς με τα περιστατικά να καταγράφουν σημαντική αύξηση ιδίως μετά την περίοδο του κορονοϊού. Οι εισαγγελικές παραγγελίες σχεδόν καθημερινές, η λίστα αναμονής τεράστια και η ίδια, όπως λέει, υπερέβαλε εαυτόν για να μπορέσει να ανταποκριθεί σε αυτό που της επιβάλλει η προσωπική της συνείδηση και η επιστήμη που επέλεξε να ακολουθήσει. Τα όρια αντοχής και υπομονής, όπως λέει, όμως δεν είναι αστείρευτα. Εξαντλήθηκαν μπροστά στην αδιαφορία και την απαξίωση από εκείνους που έχουν την ευθύνη για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία της δομής αλλά και του τομέα ψυχικής υγείας γενικότερα.
Η Αλεξάνδρα Νικολάου που το πρωί της Δευτέρας υπέβαλλε την παραίτηση της στην 7η ΥΠΕ μιλώντας στα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» εξηγεί ότι εξαναγκάστηκε σε παραίτηση: «Εξαναγκάστηκα σε παραίτηση. Και αυτό δεν είναι υπερβολή. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Ήρθα στο Ρέθυμνο συνειδητά. Συνειδητά ανέλαβα αυτήν τη θέση. Ήξερα τι είχα να αντιμετωπίσω. Ήξερα ότι δεν υπήρχε τίποτα, ούτε καρέκλα. Ακόμα και αυτήν έπρεπε να τη βρω εγώ. Άρα, αυτήν τη στιγμή εξαναγκάζομαι προκειμένου εγώ η ίδια να επιβιώσω, να «σκοτώσω» κάτι το οποίο το δημιούργησα με τα ίδια μου τα χέρια. Αυτήν τη στιγμή εάν κάποιος πονάει περισσότερο,- δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος άλλος – είμαι εγώ η ίδια. Θα μπορούσα να είχα έρθει στο Ρέθυμνο πριν από έξι χρόνια -που εξακολουθεί μέχρι σήμερα να μην υπάρχει ιδιώτης με έδρα στο Ρέθυμνο- και να έκανα ένα ιατρείο και τώρα να είχα σπίτι, που δεν έχω. Κι αυτό δεν είναι λόγια, αυτό είναι η πραγματικότητα. Ήρθα εδώ συνειδητά. Ήξερα τι γινόταν και γι’ αυτό έγινα γιατρός. Αυτήν τη στιγμή εξαναγκάζομαι σε παραίτηση».
Εκκρεμούν 1.500 αιτήματα, 30 εισαγγελικές εντολές και η αναμονή φτάνει τους 20 μήνες
Όπως ανέφερε στα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» η κ. Νικολάου, η ίδια είναι υπεύθυνη για 1.300 άτομα ενώ ήδη εκκρεμούν 1.500 αιτήματα για εξέταση με την αναμονή για την εξυπηρέτηση των περιστατικών να φτάνει τους 20 μήνες αφού όπως εξηγεί από πριν το Πάσχα δουλεύει μόνο τις εισαγγελικές παραγγελίες: «Είμαι υπεύθυνη για περισσότερα από 1.300 άτομα που έχουν περάσει από το τμήμα και τους εξυπηρετούμε κατά προτεραιότητα για διάφορες ανάγκες τους. Τα αιτήματα σε αναμονή είναι περίπου στα 1.500. Η αναμονή αυτήν τη στιγμή είναι ήδη στους 20 μήνες με αυξανόμενη τάση, γιατί από πριν το Πάσχα και μετά δουλεύω μόνο με εισαγγελικές παραγγελίες, γιατί έχω δύο νομούς στην πλάτη μου και έρχονται σωρηδόν κατά βδομάδα. Οπότε πρέπει να εξυπηρετηθούν κατά προτεραιότητα και δεν με αφήνουν να ασχοληθώ με την κοινότητα. Δηλαδή αυτήν τη στιγμή φεύγω και αφήνω 30 και πλέον εισαγγελικές εντολές στα αζήτητα. Στα 1.500 άτομα στην αναμονή δεν είναι μέσα οι εισαγγελικές εντολές είναι η κοινότητα μόνο».
Με έναν γιατρό και χωρίς στέγη το Κέντρο
Η υποστελέχωση του Κοινοτικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας και η απουσία στέγης είναι δυο μεγάλα «αγκάθια». Ειδικότερα, βάση οργανογράμματος (ΦΕΚ 2018), το Κέντρο έπρεπε να στελεχώνεται με 13 άτομα προσωπικό εκ των οποίων τρεις γιατρούς, δύο ψυχολόγους, έναν κοινωνικό λειτουργό, μια επισκέπτρια υγείας, μια νοσηλεύτρια, ένα άτομο ως διοικητικό προσωπικό, έναν εργοθεραπευτή, δύο θέσεις λογοθεραπευτών και μία θέση ειδικού παιδαγωγού.
Εδώ και ενάμισι χρόνο το Κέντρο λειτουργούσε με την παιδοψυχίατρο, μια νοσηλεύτρια που εκτελεί χρέη γραμματείας, ένα κοινωνικός λειτουργό και μια επισκέπτρια υγείας. Η Ψυχολόγος είναι σε πολύμηνη άδεια, ενώ ένας ψυχολόγος που δέχτηκε τη θέση με την προκήρυξη του 2020 μετακινήθηκε αμέσως στο Ηράκλειο. Σημειώνεται ότι τις επόμενες μέρες προβλέπεται να αναλάβει καθήκοντα μια λογοθεραπεύτρια…
Την ίδια στιγμή το Κοινοτικό Κέντρο συστεγάζεται στο ΚΕΦΙΑΠ με το Κέντρο Υγείας κα τον Σύλλογο Γονέων Ατόμων με Αυτισμό σε χώρους ακατάλληλους που δεν συνάδουν με την εργασία που γίνεται εκεί. Ενδεικτικά όπως ανέφερε η κ. Νικολάου: «Όταν ήρθα τον Ιούλιο του 2019 και τους ρώτησα «πού είναι παιδιά αυτό το Κέντρο;», δεν ήξερε κανένας που είναι. Δεν υπήρχε αυτό το Κέντρο. Δεν ήξεραν τι να με κάνουν, μάλλον σκέφτηκαν ότι δεν θα δεχτεί κανένας. Υπήρχε μόνο στα χαρτιά. Με στείλανε στο ΚΕΦΙΑΠ εκεί που ήταν το Κέντρο Ψυχικής Υγείας. Τότε ήμουν επιμελήτρια Β’, δεν υπήρχε κάποιος άλλος προϊστάμενος δικός μου. Το πήρα πάνω μου και έστησα το Κέντρο. Ως επιστημονικά υπεύθυνη του Κέντρου. Έτσι άρχισα να πιέζω, να προσπαθώ να βρω ένα δωμάτιο να καθίσουμε, να φτιάχνω τη σύσταση και την οργάνωση, διοικητική και επιστημονική από την αρχή, για να ανοίξουμε όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Και ανοίξαμε 1η του Οκτώβρη του 2019. Όταν πήγα ήταν μια επικουρική ψυχολόγος μέσω ΟΑΕΔ που τελείωνε η σύμβασή της σε δύο με τρεις μήνες και μετά έτρεχα να την ανανεώσω. Μόνη μου έτρεχα να βρω κόσμο, να ζητήσω κάποιους που έρχονταν με μετακίνηση σε εμένα να καλύψουν θέσεις, να ζητάω να βγει επικουρικό, να επιμένω. Έχουμε περάσει διάφορες φάσεις. Να μην έχουμε χώρους να δουλέψουμε, να τσακωνόμαστε μεταξύ μας ποιος θα χρησιμοποιήσει μια αίθουσα και στο τέλος έπρεπε να κάνεις συνεδρία στον διάδρομο. Έχουμε περάσει απίστευτα πράγματα».
Όπως αναφέρει δεν έχει γίνει καμία προκήρυξη για παιδοψυχίατρο στην Κρήτη τα τελευταία χρόνια.
Η επιστολή παραίτησης
Ακραία κακοποιητικές χαρακτηρίζει τις συνθήκες εργασίας η μέχρι πρότινος Επιστημονικά Υπεύθυνη και Προϊσταμένη του Κοινοτικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων (ΚοιΚεΨυΠΕ) Ρεθύμνου Αλεξάνδρα Νικολάου που χθες το πρωί υπέβαλλε την παραίτησή της. Στην επιστολή της αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Πριν έξι χρόνια ήρθα στο Ρέθυμνο και αποδέχτηκα την πρόκληση της σύστασης από το μηδέν, ενός Κοινοτικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας για Παιδιά και Εφήβους. Όχι μόνο δεν είχαμε βοήθεια, αλλά έπρεπε να εργαζόμαστε σε συνθήκες απαξίωσης, κοροϊδίας, υποτίμησης και συνεχούς και ενσυνείδητης παρεμπόδισης του έργου μας. Πλέον οι συνθήκες εργασίας έχουν γίνει ακραία κακοποιητικές. Αυτό είναι το αποτέλεσμα των πολιτικών που εφαρμόζονται στην ψυχική υγεία. Συγχαρητήρια στο διοικητή και τον υποδιοικητή της 7ης ΥΠΕ για τη συνεπέστατη εφαρμογή αυτών των πολιτικών. Συγχαρητήρια στον Διευθυντή Ιατρικής Υπηρεσίας Ψυχικής Υγείας της 7ης ΥΠΕ και σε όλους τους υπαλλήλους που από θέσεις ευθύνης υπήρξαν τόσο πιστοί υπηρέτες αυτών των πολιτικών. Δυστυχώς, η κοινωνία τόσα χρόνια δεν κατάφερε να χτίσει εκείνη την κρίσιμη μάζα που χρειάζεται για να υπερασπιστεί αποτελεσματικά το δικαίωμά της στη δημόσια και δωρεάν υγεία.
Θα έχω πάντα μες την καρδιά μου όλα τα παιδιά -μικρά και μεγάλα- που μου χάρισαν το χαμόγελο ή το κλάμα τους. Μες την καρδιά μου θα είναι πάντα και οι λιγοστοί συναγωνιστές σε αυτήν την πορεία. Εξαναγκάζομαι και εγώ σε παραίτηση. Εάν παραμείνω, η φυσική εξόντωσή μου δεν θα ωφελήσει κανέναν. Αντίο».
Το άρθρο “H παραίτηση της παιδοψυχιάτρου οδηγεί στο κλείσιμο του Κέντρου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων Ρεθύμνου“, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο CRETA24.