Ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων, η Βουλευτής Λασιθίου του ΠΑΣΟΚ, Κατερίνα Σπυριδάκη, ανέδειξε τις σοβαρές ενστάσεις που προκύπτουν από τον τρόπο με τον οποίο η Κυβέρνηση εισάγει προς ψήφιση το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, επισημαίνοντας τα θεσμικά ελλείμματα, τις ασάφειες των ρυθμίσεων και την ταχύτητα της διαδικασίας που δυσχεραίνει την ουσιαστική κοινοβουλευτική επεξεργασία. Κατά την τοποθέτησή της στη Β’ Ανάγνωση του πολυνομοσχεδίου του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών η κα Σπυριδάκη δεν έκρυψε την αγωνία της για το πρωτοφανές κύμα κινητοποιήσεων των αγροτών σε όλη τη χώρα, επισημαίνοντας ότι το κλίμα οργής και απόγνωσης που καταγράφεται είναι άμεση συνέπεια της κυβερνητικής αδιαφορίας. Όπως είπε, «σε όλη τη χώρα, οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι κινητοποιούνται και βλέπουμε εικόνες απόλυτης αγανάκτησης με μία από δω, από το Ηράκλειο της Κρήτης που πάλι σήμερα η Κυβέρνηση απαντά με χημικά». Με τη φράση αυτή, ανέδειξε όχι μόνο την ουσία των αιτημάτων τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η Κυβέρνηση επιλέγει να απαντήσει στις πραγματικές δυσκολίες των ανθρώπων που κρατούν ζωντανή την ύπαιθρο.
Περνώντας στην ουσία του νομοσχεδίου, η Βουλευτής κατήγγειλε ευθέως τη διαδικασία με την οποία εισάγεται προς ψήφιση, χαρακτηρίζοντάς την «πλήρη ευτελισμό της κοινοβουλευτικής διαδικασίας». Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «να ερχόμαστε σήμερα να γνωμοδοτούμε σε ένα νομοσχέδιο που ξεκίνησε στη διαβούλευση με 257 άρθρα… που κατατέθηκε την Τρίτη και την Πέμπτη και Παρασκευή στις Επιτροπές και στη συνέχεια αύριο κατατίθεται στην Ολομέλεια». Υπογράμμισε ότι οι Βουλευτές καλούνται να διαχειριστούν έναν όγκο 516 σελίδων μέσα σε 48 ώρες, σημειώνοντας: «Αυτός ο χρόνος δεν φτάνει ούτε για την ανάγνωση του νομοσχεδίου, πόσω μάλλον για την επεξεργασία του και την τεκμηριωμένη τοποθέτηση όλων μας».
Κατήγγειλε επίσης τη διαχρονική τάση της Κυβέρνησης να μετατρέπει κάθε κοινοβουλευτική διαδικασία σε fast track διαδικασία, χωρίς λόγο κατεπείγοντος και χωρίς τον παραμικρό σεβασμό στη δημοκρατική λειτουργία του Κοινοβουλίου: «Το οξύμωρο θα είναι ότι σε λίγο θα γίνουμε εμείς γραφικοί αντί για εσάς που τροποποιείτε τις διαδικασίες». Με τη φράση αυτή, τόνισε το παράδοξο της πολιτικής πραγματικότητας, όπου εκείνοι που υπερασπίζονται τη θεσμική τάξη εμφανίζονται ως «υπερβολικοί», την ώρα που η θεσμική εκτροπή έχει γίνει κυβερνητική συνήθεια.
Η κα Σπυριδάκη ανέδειξε επίσης την πολιτική ασυνέπεια της Κυβέρνησης, θυμίζοντας ότι το ίδιο νομοσχέδιο είχε παρουσιαστεί αρχικά από τον κ. Χατζηδάκη, χωρίς να περιλαμβάνει τη δημιουργία νέου φορέα διαχείρισης περιουσιών, ενώ ο κ. Πιερρακάκης το φέρνει τώρα σε εντελώς διαφορετική μορφή. Όπως είπε: «Βλέπουμε εν ολίγοις τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις από δύο διαφορετικούς υπουργούς της ίδιας κυβέρνησης».
Ένα από τα κεντρικά σημεία της ομιλίας της ήταν το νέο Ίδρυμα Διαχείρισης και Εκκαθάρισης Κληρονομιών, το οποίο η ίδια χαρακτήρισε ως έναν μηχανισμό που «καταργεί στην πράξη τον δημόσιο έλεγχο και μεταφέρει τεράστια περιουσιακά στοιχεία που υπάγονται στο δημόσιο σε ένα νέο ΝΠΙΔ». Υπενθύμισε ότι η Νέα Δημοκρατία έχει ιστορικό δημιουργίας τέτοιων φορέων, σημειώνοντας: «Υπενθυμίζω ότι η Νέα Δημοκρατία, το 2020, είχε ιδρύσει 29 νέα νομικά πρόσωπα». Συνέδεσε μάλιστα τη σημερινή επιλογή με το παράδειγμα του Υπερταμείου, το οποίο λειτουργεί εκτός πραγματικού κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Με ιδιαίτερη αυστηρότητα αναφέρθηκε και στις σοβαρές ανησυχίες για την απουσία διαφάνειας και λογοδοσίας: «Ο φορέας λογοδοτεί στον Υπουργό και όχι στη Βουλή, όπως ακριβώς το υπερταμείο… έχουμε δει ευέλικτες δομές να καταλήγουν σε εξεταστικές επιτροπές, όπως έγινε με τον ΟΠΕΚΕΠΕ». Με αυτή τη φράση, τόνισε τον κίνδυνο το νέο μοντέλο διαχείρισης περιουσιών να γίνει πεδίο αδιαφάνειας και κακοδιοίκησης.
Αναφορά έκανε και στη μετατροπή του Ζαππείου σε ΝΠΙΔ, θέμα το οποίο χαρακτήρισε θεσμικά κρίσιμο, θέτοντας ευθέως το ερώτημα αν υπάρχει απόφαση που να επιτρέπει τη μεταβολή της βούλησης των δωρητών: «Ρωτήσαμε αν υπάρχει σχετική απόφαση που να επιτρέπει τη μεταβολή και δεν λάβαμε καμία απάντηση». Σημείωσε επίσης ότι η μείωση των μελών του ΔΣ από εννέα σε πέντε υπονομεύει την αντιπροσωπευτικότητα και την εποπτεία, εκτιμώντας ότι θα προκύψουν δικαστικές προσφυγές που πιθανότατα θα οδηγήσουν σε «ακύρωση της ρύθμισης».
Η Βουλευτής άσκησε αυστηρή κριτική και για τη «χαριστική και εν δυνάμει φωτογραφική» φορολογική εξαίρεση του άρθρου 186, υπενθυμίζοντας ότι οι απαλλαγές σε ακίνητα διπλασιάστηκαν από 3,47 δισ. σε 6,35 δισ. την περίοδο 2018-2024. Ανέδειξε επίσης την προβληματική διάταξη του άρθρου 237 για την απευθείας ανάθεση έργων σε φορείς εκτός πλαισίου δημοσίων συμβάσεων, τονίζοντας: «Ποιοι είναι αυτοί οι μη κερδοσκοπικοί φορείς; Με ποια κριτήρια επιλέγονται; Υπάρχει γνωμοδότηση της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων; Απάντηση όμως ούτε εδώ πήραμε».
Παρότι αναγνώρισε ορισμένες θετικές ρυθμίσεις —όπως τις απαλλαγές για οχήματα εθελοντικών οργανώσεων και τις αποζημιώσεις θυμάτων καταστροφών— η Βουλευτής ξεκαθάρισε ότι αυτά δεν αρκούν για να αλλάξουν τη συνολική εικόνα ενός νομοσχεδίου που βασίζεται στη λογική της «φερόμενης ευελιξίας άνευ ελέγχου» και της «βιασύνης χωρίς εχέγγυα λογοδοσίας». Τόνισε: «Βλέπουμε την ίδια κλασική λογική… δομές χωρίς επαρκή θεσμικά αντισταθμίσματα… στην ασυδοσία οφείλουμε να αναδείξουμε τα υποκρυπτόμενα κίνητρα».
Κλείνοντας την τοποθέτησή της, η κα Σπυριδάκη υπερασπίστηκε με σαφήνεια τον πυρήνα των θέσεων του ΠΑΣΟΚ: «Εμείς είμαστε υπέρ της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, των διαφανών διαδικασιών και της ψηφιακής απλοποίησης. Είμαστε όμως σαφώς αντίθετοι στην άκρατη υποκατάσταση του δημόσιου από ιδιωτικούς φορείς, στις φωτογραφικές φοροαπαλλαγές, στην αποδυνάμωση του Κοινοβουλίου και στην αλλοίωση της Συνταγματικής τάξης». Και έκλεισε με τη φράση που συμπυκνώνει το πολιτικό μήνυμα της παρέμβασής της: «Στο θέμα της ενίσχυσης της δημοκρατίας το ΠΑΣΟΚ δεν κάνει ούτε ένα βήμα πίσω».
Το άρθρο “Κ. Σπυριδάκη: «Βλέπουμε τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις από δύο υπουργούς της ίδιας κυβέρνησης για το ίδιο νομοσχέδιο»“, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο CRETA24.










