Τις σοβαρές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο αγροτοκτηνοτροφικός κόσμος της χώρας, καθώς και την απειλή της βιωσιμότητας της παραγωγικής διαδικασίας με άμεσες επιπτώσεις στην επισιτιστική επάρκεια της χώρας και τη συνοχή της υπαίθρου, τόνισε ως Εισηγητής, στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων, ο Βουλευτής Ρεθύμνης και Υπεύθυνος ΚΤΕ Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Μανόλης Χνάρης, στο πλαίσιο ψήφισης του νομοσχεδίου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που έφερε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με τίτλο: «Κύρωση της από 23.10.2025 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου “Επείγουσες ρυθμίσεις για τη στήριξη του πρωτογενούς τομέα και την αντιμετώπιση της ζωονόσου της ευλογιάς” (Α΄ 183) και συναφείς διατάξεις».
Ο Μ. Χνάρης, πριν τοποθετηθεί επί του νομοσχεδίου, αναφέρθηκε στα πρόσφατα τραγικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην Κρήτη, ασκώντας δριμεία κριτική στην κυβέρνηση, η οποία, όπως τόνισε, με «την τακτική της επικοινωνιακής διαχείρισης επιχειρεί να δημιουργήσει την ψευδή εντύπωση ότι η Κρήτη είναι τόπος ανομίας και βίας».
Ακολούθως, ανέφερε ότι: «Η Κρήτη δεν είναι νησί της παραβατικότητας, αλλά τόπος πολιτισμού, ιστορίας και δημοκρατικών αγώνων», επισημαίνοντας ότι: «Είναι άδικο και ανιστόρητο να στιγματίζεται ένας ολόκληρος λαός εξαιτίας μιας μεμονωμένης μειοψηφίας, που η συμπεριφορά τους χαρακτηρίζει μόνο τους ίδιους και σίγουρα ούτε καν τις περιοχές που διαμένουν».
Παράλληλα, τόνισε ότι: «Το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη νόμων· το πρόβλημα είναι η ανικανότητα της Πολιτείας να τους εφαρμόσει δίκαια και αποτελεσματικά, χωρίς εξαιρέσεις και ανοχές», ενώ τόνισε ότι η ίδια «οφείλει να επενδύσει στην εκπαίδευση των νέων, στην στήριξη των οικογενειών της υπαίθρου και στην ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών που σήμερα μαραζώνουν από την εγκατάλειψη».
Στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισε τη σπουδαιότητα του διαλόγου, της συνεργασίας και του σχεδιασμού, αναφέροντας ότι: «η πρωτοβουλία του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ανδρουλάκη, να συγκαλέσει σύσκεψη όλων των τοπικών φορέων της Κρήτης αποτελεί παράδειγμα υπεύθυνης πολιτικής στάσης».
Έπειτα, ο Βουλευτής με ιδιαίτερα δεικτικό τρόπο, αναφερόμενος στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο, εστίασε στη «συνολικότερη κατάσταση που επικρατεί στον πρωτογενή τομέα στη χώρα μας και έχει φέρει τους Αγρότες σε αδιέξοδο».
Ειδικότερα, απευθυνόμενος στον Υπουργό, ανέφερε ότι: «εδώ και περίπου επτά χρόνια δεν καταφέρατε να αναβαθμίσετε και να ενισχύσετε ουσιαστικά τον ΟΠΕΚΕΠΕ, προκειμένου οι αγρότες μας να λαμβάνουν έγκυρα και έγκαιρα τις κοινοτικές ενισχύσεις που δικαιούνται», τη στιγμή μάλιστα που, όπως επεσήμανε: «ο Οργανισμός τέθηκε με ευθύνη σας σε ευρωπαϊκή επιτήρηση, αφού τον μετατρέψατε σε ένα σύμβολο αναξιοπιστίας και αδιαφάνειας εις βάρος των πραγματικών και έντιμων αγροτών της χώρας».
Επιπλέον, καθώς αναφέρθηκε στο κύριο αίτημα του αγροτικού κόσμου της χώρας για την άμεση καταβολή των κοινοτικών ενισχύσεων, με σκοπό «την απρόσκοπτη συνέχεια της παραγωγικής δραστηριότητας», επεσήμανε ότι είναι απαραίτητο να οριστεί συγκεκριμένο πλαίσιο για τον χρόνο καταβολής τους. Μάλιστα, ανέφερε χαρακτηριστικά ότι: «μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2025 στους παραγωγούς έπρεπε να είχαν καταβληθεί πλέον των 500 εκ ευρώ για τις ενισχύσεις του 2025, ενώ ακόμα εκκρεμούν οι ενισχύσεις του 2024, που και αυτές υπολογίζονται περίπου στα 500 εκ. ευρώ».
Παράλληλα, αναφέρθηκε στην απώλεια πολύτιμων κονδυλίων για την Ελλάδα, «λόγω της ανεπαρκούς πολιτικής της κυβέρνησής», με το σύνολο των χρημάτων που χάθηκαν να φτάνουν τα 210 εκ. ευρώ, ενώ συμπλήρωσε ότι «άλυτο παραμένει το ζήτημα της μη καταβολής 10εκ ευρώ προς 65 Οργανώσεις Ελαιουργικών Φορέων».
Στη συνέχεια, επικρίνοντας την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, ανέφερε ότι: «το κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 28,5%», επισημαίνοντας πως η αύξηση αυτή εντείνεται λόγω των 70.000 κενών θέσεων εργασίας, ως αποτέλεσμα «των ιδεοληπτικών εμμονών της κυβέρνησης στη διαχείριση των εργατών γης και της υποστελέχωσης των αρμόδιων υπηρεσιών.. μειώνοντας κατά αυτόν τον τρόπο την παραγωγική δραστηριότητα και τα ήδη στενά περιθώρια κέρδους των αγροτικών εκμεταλλεύσεων».
Όλα τα ανωτέρω, υπογράμμισε ότι, σε συνδυασμό με «τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, την έλλειψη πολιτικής βούλησης αλλά και ικανότητας από πλευράς της κυβέρνησης να στελεχώσει και να τροποποιήσει τον απαρχαιωμένο κανονισμό του ΕΛΓΑ», καταδεικνύουν την πλήρη αποτυχία της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα σοβαρά προβλήματα του πρωτογενούς τομέα, δεδομένου μάλιστα ότι, όπως τόνισε: «δεν μπορεί να περιμένει κάποιος σχέδιο και στρατηγική από μια κυβέρνηση που έχει αλλάξει 5 Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και 7 Προέδρους του ΟΠΕΚΕΠΕ».
Επιπλέον, αναφέρθηκε στην «παράνομη αλιεία τουρκικών αλιευτικών σκαφών εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων», υπογραμμίζοντας ότι το γεγονός αυτό ενέχει κινδύνους για τη βιωσιμότητα της επαγγελματικής δραστηριότητας των αλιέων της χώρας μας.
Επιπρόσθετα, όσον αφορά την ΚΑΠ της επόμενης προγραμματικής περιόδους 2028-2034, «στην οποία προβλέπεται μείωση της χρηματοδότησης κατά 25%», ο Μ. Χνάρης υπογράμμισε τη σημασία της διαβούλευσης με τους παραγωγούς και με τους αγροτικούς φορείς, τη στιγμή που η κυβέρνηση κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, «αφήνοντάς τους ανενημέρωτους και απροετοίμαστους να αντιμετωπίσουν τις ιδιαιτερότητες και προκλήσεις της νέας ΚΑΠ».
Στο σημείο αυτό, εστίασε στη ζωονόσο της ευλογιάς των αιγοπροβάτων, η οποία, όπως χαρακτηριστικά είπε, «ήρθε να προστεθεί σαν κερασάκι στην τούρτα». Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στην αποκαρδιωτική πορεία της ζωονόσου, καθώς «σε διάστημα μόλις 15 μηνών από το πρώτα κρούσμα ευλογιάς, έχουν πληγεί πάνω από 1500 κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις και έχουν θανατωθεί περισσότερα από 400.000 ζώα».
Ακολούθως, ο Βουλευτής υπογράμμισε ότι υπεύθυνη για την εξέλιξη αυτή είναι αποκλειστικά η κυβέρνηση, η οποία «άφησε εντελώς έκθετες τις πύλες εισόδου της χώρας και υποστελεχωμένες τις Δημόσιες Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων για την έγκαιρη διάγνωση της ζωονόσου».
Επίσης, ως προς το ζήτημα του εμβολιασμού των αιγοπροβάτων, ο Μ. Χνάρης επεσήμανε ότι η στάση της κυβέρνησης και οι «κατόπιν εορτής» ενέργειες, όπως η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που περιλαμβάνεται στο εν λόγω νομοσχέδιο, καθώς και η μεγάλη χρονική καθυστέρηση στη σύσταση της επιστημονικής επιτροπής, που θα έχει ως αρμοδιότητα να εισηγηθεί για την αναγκαιότητα ή μη του εμβολίου, φανερώνουν τον πανικό και την ανικανότητα της κυβέρνησης να εκπονήσει ένα συνολικό σχέδιο που θα στηρίζει αφενός τον κτηνοτροφικό κόσμο και αφετέρου θα θωρακίζει τη χώρα από μελλοντικές ζωονόσους.
Τέλος, αναφέρθηκε σε ένα ακόμα πάγιο αίτημα των κτηνοτρόφων, «την καταβολή μηνιαίου επιδόματος στους πληγέντες παραγωγούς για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί για την αντικατάσταση του ζωικού τους κεφαλαίου», για την οποία δεν υπάρχει κανένα σχέδιο.
Συνοψίζοντας, ο Μ. Χνάρης, κατέληξε ότι: «Ως ΠΑΣΟΚ και προσωπικά, ως κατ επάγγελμα κτηνοτρόφος, θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για την Ελληνική Κτηνοτροφία και τους ανθρώπους της, γιατί αποτελεί μια από τις βασικότερες δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα, γιατί χωρίς ισχυρή κτηνοτροφία δεν υπάρχει ισχυρή περιφέρεια, δεν υπάρχει βιώσιμη ανάπτυξη και δεν υπάρχει Ελλάδα που παράγει και προοδεύει.
Και χωρίς όλα αυτά δεν υπάρχει καμία σημαντική προοπτική να αντιμετωπίσουμε τη μείωση του δημογραφικού που επί της ουσίας υπονομεύει την ύπαρξη του ίδιου του κράτους».
Το άρθρο “Μ. Χνάρης: «Σε απόγνωση οι κτηνοτρόφοι της χώρας από την ανικανότητα της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει την επιζωοτία της ευλογιάς»“, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο CRETA24.










